ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Synthetic Cosmetics
  • Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο:
  • Τα σχόλια του άρθρου μετράνε: 0
Συνθετικά Καλλυντικά
11 Μαρτίου Αυτή είναι η πιο ευρέως χρησιμοποιούμενη κατηγορία καλλυντικών, με προϊόντα που αποτελούνται κυρίως από συνθετικά χημικά συστατικά. Μπορεί να περιέχουν φυτικής προέλευσης, ζωικής προέλευσης, ιχθυέλαια ή μεταλλικά συστατικά που έχουν υποστεί χημικές διεργασίες. Πλεονεκτήματα: Μεγάλη διάρκεια ζωής λόγω της συμπερίληψης αποτελεσματικών συντηρητικών που αναστέλλουν τη μικροβιακή ανάπτυξη. Ένα ευρύ φάσμα λειτουργιών και στοιχείων, εύκολα αποκτήσιμα μέσω εργαστηριακής παραγωγής. Οικονομικές πρώτες ύλες. Μειονεκτήματα: Τα τελευταία χρόνια, η στροφή των καταναλωτών προς έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής έχει εγείρει ερωτήματα σχετικά με την ασφάλεια των συστατικών καλλυντικών. Νέα έρευνα έχει εμπλακεί ορισμένες από αυτές τις ουσίες στην πρόκληση σοβαρών προβλημάτων υγείας, ακόμη και στη συσχέτισή τους με την καρκινογένεση. Για παράδειγμα, οι αισθητικοί και οι κομμωτές που έρχονται τακτικά σε επαφή με καλλυντικά έχουν βρεθεί ότι έχουν 2 έως 4 φορές περισσότερες τοξίνες στο σώμα τους από τις γυναίκες που χρησιμοποιούν καλλυντικά σε καθημερινή βάση. Αυτό είναι αποτέλεσμα των τοξικών ουσιών που υπάρχουν στα καλλυντικά. Έχει αποδειχθεί ότι κάθε γυναίκα που χρησιμοποιεί καλλυντικά επιβαρύνει τον οργανισμό της με 2 κιλά χημικών ουσιών το χρόνο. Ορισμένες από αυτές τις χημικές ουσίες είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες για τον οργανισμό. Η παρακάτω λίστα περιλαμβάνει μερικά από τα συστατικά που έχουν κατηγορηθεί για ανεπιθύμητες ενέργειες κατά καιρούς. Parabens (κυρίως butyl & isobutyl paraben): Χρησιμοποιούνται ως συντηρητικά για την παράταση της διάρκειας ζωής του προϊόντος και την πρόληψη της μικροβιακής ανάπτυξης. Τα parabens υπολογίζεται ότι χρησιμοποιούνται σε περισσότερα από 13.200 προϊόντα (σαμπουάν, σαπούνια, κρέμες, μαλακτικά, αντηλιακά). Έχουν συσχετιστεί με αλλεργικές αντιδράσεις και δερματίτιδα, θεωρούνται τοξικές σε μεγάλες δόσεις και βρίσκονται υπό έρευνα για τον ρόλο τους στην ανάπτυξη καρκίνου του μαστού, καθώς έχουν βρεθεί σε βιοψίες καρκινικών όγκων. Μπορεί επίσης να επηρεάσουν την ορμονική ισορροπία στο σώμα. Έλαια με βάση το πετρέλαιο ή ορυκτέλαια (παραφινέλαιο, βαζελίνη): Δημιουργούν ένα λεπτό στρώμα που μοιάζει με μεμβράνη στο δέρμα, εμποδίζοντας την ικανότητά του να αναπνέει, να αποβάλλει τις τοξίνες, να παραμένει ενυδατωμένο και να δημιουργεί νέα υγιή κύτταρα. Οι συνήθεις αντιδράσεις περιλαμβάνουν μαύρα στίγματα, αφυδάτωση, φωτοευαισθησία (ευαισθησία στον ήλιο, που οδηγεί σε μελάγχρωση) και πρόωρη γήρανση του δέρματος. Χρησιμοποιούνται ευρέως στα καλλυντικά λόγω του χαμηλού κόστους τους. Τα ορυκτέλαια όπως το βαζελίνη (πετρελαίου) μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα στο φωτοευαίσθητο δέρμα, καθιστώντας το πιο ευάλωτο στην υπεριώδη ακτινοβολία και παρεμποδίζοντας τη φυσική λειτουργία του σώματος, οδηγώντας σε αφυδάτωση του δέρματος. Συνθετικά χρώματα: Ενισχύουν την εμφάνιση των καλλυντικών, καθιστώντας τα πιο ελκυστικά οπτικά. Συνήθως περιέχουν βαρέα μέταλλα, που προσδιορίζονται από τα αρχικά τους FD&C ή D&C ακολουθούμενα από ένα χρώμα και έναν αριθμό. Τα συνθετικά χρώματα που χρησιμοποιούνται για να κάνουν τα καλλυντικά πιο ελκυστικά, καθώς και οι βαφές μαλλιών, θα πρέπει να αποφεύγονται όσο το δυνατόν περισσότερο, επειδή σχετίζονται με διάφορες μορφές καρκίνου. Θα τα βρείτε καταχωρημένα ως FD&C ή D&C, ακολουθούμενα από ένα χρώμα ή έναν αριθμό. Για παράδειγμα: FD&C Red No. 6 / D&C Green No. 6. Συνθετικά αρώματα Οι λέξεις «άρωμα» και «άρωμα» κρύβουν δεκάδες χημικά συστατικά που δεν αναγράφονται στην ετικέτα του προϊόντος. Ο συνδυασμός τους ευθύνεται για πονοκεφάλους, ζαλάδες, ερεθισμούς του δέρματος, βήχα, υπερμελάγχρωση κ.α. Μπορεί επίσης να περιέχουν φθαλικές ενώσεις, τοξικές ουσίες που βλάπτουν τα νεφρά και μειώνουν τη γονιμότητα. Τα συνθετικά αρώματα που χρησιμοποιούνται στα καλλυντικά μπορούν να περιέχουν έως και 200 ​​διαφορετικά συστατικά. Λαουρυλοθειικό νάτριο (SLS) και θειικό νάτριο Laureth (SLES) μπορεί να είναι συνθετικό ή φυτικής προέλευσης (από καρύδες) ανάλογα με τη φιλοσοφία της εταιρείας. Χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία αφρού σε σαμπουάν, αφρόλουτρα, καθαριστικά και οδοντόκρεμες. Μπορούν να προκαλέσουν ερεθισμό των ματιών, δερματικά εξανθήματα, τριχόπτωση, πιτυρίδα και αλλεργίες. Ενώσεις Αλουμινίου (Αλλαντοϊνικό Αλουμίνιο, Ανθρακικό Αλουμίνιο, Χλωριούχο Αλουμίνιο) Ένα πολύ κοινό συστατικό που χρησιμοποιείται σε αποσμητικά και αντιιδρωτικά. Οι ενώσεις αλουμινίου μπορούν κυριολεκτικά να σταματήσουν τη φυσική διαδικασία εφίδρωσης του σώματος. Μπορούν να συρρικνώσουν τους ιδρωτοποιούς αδένες και να μπλοκάρουν τους πόρους. Βουτυλιωμένο Υδροξυτολουόλιο (BHT) Είναι ένα συνθετικό συστατικό (που προέρχεται από πετρέλαιο) που βρίσκεται σε κρέμες με βάση το νερό, ενυδατικές κρέμες και καλλυντικά ως αντιοξειδωτικό. Είναι πολύ φωτοευαίσθητο και μπορεί να προκαλέσει έντονο ερεθισμό όταν εκτίθεται στον ήλιο, καθώς και αλλεργικές δερματικές αντιδράσεις. Ακετόνη Η γνωστή «ασετόνη» που χρησιμοποιείται ως διαλύτης για το βερνίκι νυχιών ταξινομείται ως επικίνδυνη ουσία. Μπορεί να προκαλέσει ξηροστομία, ζάλη, ναυτία, δυσκολίες στην ομιλία και, σε ακραίες περιπτώσεις, κώμα. Δρα ως κατασταλτικό του κεντρικού νευρικού συστήματος (ΚΝΣ). Ενώσεις υδροξειδίου του αμμωνίου Πολλές ενώσεις υδροξειδίου του αμμωνίου χρησιμοποιούνται στα καλλυντικά. Είναι τοξικά και μπορούν να προκαλέσουν αλλεργικές αντιδράσεις σε πολλούς ανθρώπους. Η παρατεταμένη έκθεση μπορεί να οδηγήσει σε βήχα και αναπνευστική δυσχέρεια με αποτέλεσμα πνευμονικό οίδημα, το οποίο μπορεί να είναι θανατηφόρο. Διαιθανολαμίνη (DEA) Συχνά χρησιμοποιείται στα καλλυντικά ως ρυθμιστής pH. Χρησιμοποιείται επίσης σε πολλά λιπαρά οξέα για τη μετατροπή του οξέος σε άλατα στεατικού οξέος, τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποιούνται ως βάση σε κρέμες. Το DEA μπορεί να προκαλέσει αλλεργικές αντιδράσεις και ερεθισμό των ματιών και του δέρματος. Η παρατεταμένη χρήση μπορεί να είναι τοξική. Ενώσεις υδραργύρου Οι ενώσεις υδραργύρου απορροφώνται εύκολα μέσω του δέρματος μέσω τοπικής εφαρμογής και τείνουν να συσσωρεύονται στο σώμα. Μπορεί να προκαλέσουν αλλεργικές αντιδράσεις, ερεθιστική δερματίτιδα ή ακόμα και νευροτοξικά συμβάντα. Η χρήση των ενώσεων υδραργύρου στα καλλυντικά περιορίζεται σε αυτά που χρησιμοποιούνται στην περιοχή των ματιών, σε συγκεντρώσεις που δεν υπερβαίνουν τα 65 μέρη ανά εκατομμύριο (0,0065%) υπολογιζόμενου υδραργύρου ως μέταλλο, και υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει άλλο αποτελεσματικό και ασφαλές συντηρητικό. Όλα τα άλλα καλλυντικά που περιέχουν υδράργυρο θεωρούνται νοθευμένα εκτός εάν η ποσότητα είναι μικρότερη από το 0,0001% του συνολικού προϊόντος. Παρακάτω συνοψίζονται οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες των συνθετικών καλλυντικών που μπορούν να παρατηρηθούν κατά τη χρήση τους: Ερεθιστική δερματίτιδα Αλλεργική δερματίτιδα Φωτοτοξική ή φωτοαλλεργική δερματίτιδα Ακμή από καλλυντικά (καλλυντική ακμή) Επιδείνωση δερματικών παθήσεων.
Learn More
Recommended Sweeteners
  • Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο:
  • Τα σχόλια του άρθρου μετράνε: 0
Συνιστώμενα γλυκαντικά
11 Μαρτίου Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τις γλυκαντικές ουσίες. Η ζάχαρη είναι παντού, καλά κρυμμένη από τη βιομηχανία τροφίμων. Επομένως, είναι απαραίτητο να καταλάβουμε τι συμβαίνει με τη γλυκιά γεύση που μας δίνει ευχαρίστηση, αλλά δυστυχώς πολλές φορές μας οδηγεί μαθηματικά σε ασθένειες που μπορεί να απειλήσουν σοβαρά την υγεία μας. Θα ήθελα να τονίσω ότι οι αναφερόμενες γλυκαντικές ουσίες εξετάζονται εδώ για την τοξικότητά τους, είτε είναι φυσικές είτε όχι, και για το πόσο υψηλά επίπεδα σακχάρου μπορεί να προκαλέσουν. Αυτές οι κορυφές, ή με άλλα λόγια, οι μη φυσιολογικές διακυμάνσεις στα επίπεδα σακχάρου στο αίμα μας, είναι η αιτία για δυσάρεστες καταστάσεις και πολλές ασθένειες. Στέβια | η ζάχαρη του μέλλοντος Τα φύλλα της Στέβιας είναι πολύ γλυκά, δεν έχουν  θερμίδες και δεν ανεβάζουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Είναι φυτό από την οικογένεια των χρυσάνθεμων που καλλιεργείται κυρίως στη Βραζιλία και την Παραγουάη. Τα φύλλα του, όταν μασηθούν, έχουν πολύ γλυκιά γεύση με μια νότα γλυκόριζας. Το φυτό αποδίδει ένα εκχύλισμα που είναι 300 φορές πιο γλυκό από τη ζάχαρη. Οι κάτοικοι του νότιου ημισφαιρίου το χρησιμοποιούν εδώ και εκατοντάδες χρόνια ως γλυκαντικό, τροφή και φάρμακο λόγω των αξιοσημείωτων αντιδιαβητικών, αντιυπερτασικών, αντισηπτικών, επουλωτικών, αντιοξειδωτικών, αντιβακτηριακών και αντιφλεγμονωδών ιδιοτήτων του. Ενισχύει την άμυνα του οργανισμού και προστατεύει από ιούς, ιικούς καρκίνους, βλάβες στο DNA και άλλα προβλήματα υγείας. Στον «πολιτισμένο κόσμο», δέκα χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ιαπωνίας, όπου πρωτοεμφανίστηκε ως γλυκαντικό στην Coca-Cola, χρησιμοποιούν τη Στέβια εδώ και αρκετό καιρό. Ωστόσο, στις Ηνωμένες Πολιτείες, γίνεται αποδεκτό μόνο ως συμπλήρωμα διατροφής και όχι ως συστατικό σε τρόφιμα και ποτά. Στην Ευρώπη, μετά από ένα δύσκολο ταξίδι (για ποιο λόγο;), η στέβια έχει πλέον εγκριθεί και μάλιστα καλλιεργείται και στην Ελλάδα. Η αποδεκτή ημερήσια δόση είναι 4 mg/kg σωματικού βάρους, αν και μεγαλύτερες ποσότητες είναι επίσης αποδεκτές λόγω σημαντικού περιθωρίου ασφαλείας. Αυτό το όριο ισχύει για ενήλικες και παιδιά (εξαιρουμένων των βρεφών) και ισοδυναμεί με κατανάλωση εκχυλίσματος Στέβιας 12 mg ανά κιλό σωματικού βάρους. Έτσι, ένα άτομο που ζυγίζει 70 κιλά μπορεί να καταναλώνει 840 mg την ημέρα. Επιπλέον, η στέβια έχει αντιγηραντική δράση στο δέρμα, προάγει τη στοματική υγιεινή, προστατεύει από την Candida και τις άφθες, τη φλεγμονή των ούλων και έχει προληπτική δράση κατά της πλάκας και της τερηδόνας. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε γλυκά, τσίχλες, οδοντόκρεμες, ποτά, σοκολάτες, καλλυντικά, σαμπουάν, ακόμη και σε τροφές για κατοικίδια. Δεν προκαλεί αιχμές σακχάρου στο αίμα. Σε πείραμα που διεξήχθη το 2019 στα Ιατρικά Εργαστήρια Βιοπαθολογίας IN VITRO στην Ανάβυσσο Αττικής, εξετάσαμε τα επίπεδα γλυκόζης μετά από κατανάλωση  200 γραμμαρίων σοκολάτας με μοναδικό γλυκαντικό τη στέβια, με τη συμμετοχή 12 εθελοντών, μεταξύ των οποίων εγώ και οι συνεργάτες μου στο εργαστήριο. Κανένα από τα 12 άτομα δεν παρουσίασε επίπεδα σακχάρου στο αίμα που ξεπερνούσαν τα 113 mg/dl τα πρώτα 60 λεπτά (μέγιστη τιμή) και στα 90 λεπτά, τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα είχαν ήδη πέσει σε επίπεδα νηστείας. ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΚΟ. Η στέβια δεν προκαλεί κορυφές σακχάρου στο αίμα. Παρά τις έντονες αντιδράσεις κατά της στέβιας από διάφορες πολυεθνικές βιομηχανίες ζάχαρης και άλλων γλυκαντικών, ορισμένα από τα οποία  έχουν αποδειχθεί καρκινογόνες ουσίες, η διεθνής επιστημονική κοινότητα θεωρεί τη στέβια ως τη ζάχαρη του μέλλοντος. Μετά την έγκρισή της ως γλυκαντικό από την ΕΕ, η Στέβια χρησιμοποιείται πλέον σε διάφορα τρόφιμα και ποτά, συμπεριλαμβανομένων των σοκολατών, και αντέχει σε θερμοκρασίες έως και 200 ​​βαθμούς Κελσίου, καθιστώντας την κατάλληλη για μαγείρεμα, σε αντίθεση με την ασπαρτάμη, η οποία διασπάται στους 30 βαθμούς. ." Ζάχαρη Ακατέργαστη από Ζαχαροκάλαμο σκούρου καφέ χρώματος, είναι ελαφρώς υγρό, έχει μη κρυσταλλική υφή και άρωμα που θυμίζει γλυκόριζα. Προσοχή στην απομίμηση ζάχαρης (καστανή) που συναντάτε σε διάφορα καφέ ή ακόμα και σε σούπερ μάρκετ, η οποία είναι στην πραγματικότητα ζάχαρη βαμμένη με μελάσα ή άλλες χρωστικές ουσίες. Την βρίσκετε σε καταστήματα με βιολογικά προϊόντα και εκτός από το σκούρο καφέ χρώμα της, είναι ελαφρώς υγρή, έχει μη κρυσταλλική υφή και άρωμα που θυμίζει γλυκόριζα. Μεταξύ των διαφόρων τύπων που διατίθενται στην αγορά, οι καλύτερες μάρκες είναι οι Mascobado, Panela και Demerara. Είναι σημαντικό να σημειωθεί, ωστόσο, ότι εξακολουθεί να είναι σακχαρόζη, όπως η ζάχαρη στην κουζίνα μας, αλλά έχει υποστεί λιγότερη επεξεργασία. Ωστόσο, εξακολουθεί να αποτελείται από ένα μόριο γλυκόζης και ένα από φρουκτόζη, κάτι που απαιτεί προσοχή στις υψηλές διακυμάνσεις που επιφέρει στη γλυκόζη. Καλό είναι να την προτιμάτε από τη λευκή αλλά πάντα σε μικρές ποσότητες. Μαλτόζη Πηχτή και διαυγής σαν μέλι, με γεύση που ποικίλλει ανάλογα με το είδος (μαλτόζη ρυζιού, μαλτόζη κριθαριού ή άλλα δημητριακά) και έχει γεύση  καραμέλας. Η μαλτόζη καλαμποκιού είναι πιο γλυκιά. Η μαλτόζη είναι πιο φυσική από τη ζάχαρη, αλλά έχει επίσης υψηλό γλυκαιμικό δείκτη. Είναι επίσης ένας δισακχαρίτης, που αποτελείται από 2 μόρια γλυκόζης συνδεδεμένα μεταξύ τους. Αυτό, σε σημαντική ποσότητα, θα μας δώσει μια κορύφωση του σακχάρου στο αίμα. Νέκταρ Αγαύης Βρίσκεται στα παχιά φύλλα του μεξικανικού κάκτου αγαύης. Περιέχει 95% φρουκτόζη και έχει πολύ χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη (20-25). Η γεύση του είναι αρκετά ουδέτερη και είναι ελαφρώς λιγότερο γλυκιά από το σιρόπι μαλτόζης και σφένδαμου. Είναι κατάλληλο ως γλυκαντικό για ροφήματα και γλυκά. Το γεγονός ότι είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου φρουκτόζη το καθιστά γλυκαντικό που πρέπει να αποφεύγεται γιατί, όπως αναφέραμε, η φρουκτόζη όχι μόνο οδηγεί σε υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα, αλλά και δεν μπορεί να αποθηκευτεί και ως επί το πλείστον μετατρέπεται σε λίπος. Σιρόπι Σφενδάμου Αυτό είναι ένα προϊόν που παρασκευάζεται από την επεξεργασία του χυμού του καναδικού σφενδάμου. Περιέχει ελάχιστη σακχαρόζη και έχει λιγότερες θερμίδες από τη ζάχαρη (40 θερμίδες ανά κουταλιά της σούπας). Επιπλέον, περιέχει ιχνοστοιχεία όπως χαλκό, μαγγάνιο, σίδηρο και ασβέστιο. Μπορείτε να το βρείτε σε καταστήματα με βιολογικά προϊόντα. Περιέχει 68% ζάχαρη, επομένως πρέπει να χρησιμοποιείται με φειδώ. Μέλι Το μέλι είναι στην πραγματικότητα ζωικό προϊόν, επομένως δεν μπορεί να συμπεριληφθεί σε μια vegan διατροφή. Οι μέλισσες, αφού συλλέξουν νέκταρ από λουλούδια και το επεξεργαστούν με το σάλιο τους στα έντερά τους, το εκκρίνουν ως μέλι. Στη φύση, το μέλι υπάρχει για να θρέψει τη βασίλισσα και να καλύψει τις ανάγκες της κυψέλης. Περιέχει φρουκτόζη, μαλτόζη, γλυκόζη, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία, αλλά ως τρόφιμο διατηρεί τη θρεπτική του αξία μόνο όταν είναι ωμό και ελάχιστα επεξεργασμένο. Το μεγαλύτερο μέρος του μελιού που διατίθεται στο εμπόριο θερμαίνεται κατά την επεξεργασία, με αποτέλεσμα να διασπώνται τα σάκχαρα που περιέχει, να καταστρέφονται τα ένζυμα με βακτηριοστατικές ιδιότητες και να αλλοιώνεται η γεύση του. Αυτοί είναι παράγοντες που πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη. Ωστόσο, έχω ενημερωθεί από μελισσοκόμους ότι η επεξεργασία του μελιού ακολουθεί πλέον τις απαραίτητες προδιαγραφές. Το καταναλώνουμε με μέτρο γιατί περιέχει επίσης φρουκτόζη, γλυκόζη και μαλτόζη, αλλά προτιμάται από τη ζάχαρη. Να είστε προσεκτικοί στα σούπερ μάρκετ όπου το μέλι είναι συχνά νοθευμένο με πρόσθετη ζάχαρη. Μην καταναλώνετε μεγάλες ποσότητες. Φρουκτόζη Η φρουκτόζη είναι το κύριο σάκχαρο (αλλά όχι το μόνο) που βρίσκεται στα φρούτα και το μέλι. Λαμβάνεται από φυσικές πηγές όπως τα φρούτα και τα λαχανικά. Η φρουκτόζη που πωλείται σε λευκή κρυσταλλική μορφή, παρόμοια με τη ζάχαρη, είναι ένα προϊόν που στερείται άλλων ουσιών όπως  βιταμίνες και μέταλλα, και επομένως στερείται θρεπτικής αξίας. Ωστόσο, η φρουκτόζη, σε σύγκριση με τη σακχαρόζη, έχει το πλεονέκτημα ότι έχει πολύ χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη. Η υπερκατανάλωση μπορεί να διαταράξει το μεταβολισμό μας. Είναι σημαντικό να θυμάστε ότι η φρουκτόζη οδηγεί σε αιχμή του σακχάρου στο αίμα 10 φορές υψηλότερη από τη γλυκόζη και, καθώς δεν μπορεί να αποθηκευτεί ως γλυκογόνο όπως η γλυκόζη, μετατρέπεται κυρίως σε λίπος, καθιστώντας σκόπιμο να αποφεύγεται η υπερβολική κατανάλωση. Γλυκαντικά προς αποφυγή Ασπαρτάμη Η ασπαρτάμη είναι ένα γλυκαντικό που δημιουργήθηκε από τη Monsanto. Είναι ένας χημικά συντιθέμενος γλυκαντικός παράγοντας (Ε951) που είναι 200 ​​φορές πιο γλυκός από τη ζάχαρη. Χρησιμοποιείται σε διαιτητικά προϊόντα όπως αναψυκτικά, καραμέλες, τσίχλες, φαρμακευτικά σιρόπια και παιδικά αντιβιοτικά. Μπορεί να ερεθίσει τα έντερα και η υπερβολική χρήση του μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές ασθένειες. (Soffriti, Μ., et al., «Η ασπαρτάμη προκαλεί λεμφώματα και λευχαιμίες σε αρουραίους», European Journal of Oncology, τόμος 10, αρ. 2, Ιούλιος 2005). Το Ερευνητικό Ινστιτούτο B. Ramazzini του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος Ογκολογικής Έρευνας στη Μπολόνια διεξήγαγε μια μελέτη σε αρουραίους με ανησυχητικά αποτελέσματα: "Η ασπαρτάμη είναι ένας καρκινογόνος παράγοντας ικανός να προκαλέσει λεμφώματα και λευχαιμίες σε θηλυκούς αρουραίους σε δόσεις αποδεκτές στην ανθρώπινη δίαιτα. Τα δεδομένα αποκάλυψαν επίσης ότι δεν υπήρξε απώλεια βάρους στις ομάδες που χρησιμοποιούσαν ασπαρτάμη σε σύγκριση με αυτές που δεν έκαναν». Η ασπαρτάμη, σε θερμοκρασία 30°C, παράγει 10% μεθανόλη, μια τοξική αλκοόλη (κοινή στα ποτά  «μπόμπες»), η οποία στη συνέχεια μεταβολίζεται στο έντερο σε φορμαλδεΰδη, μια τοξική και επικίνδυνη ουσία που χρησιμοποιείται στη βιομηχανία βαφής, σε τεχνικές ταρίχευσης , και κατασκευή επίπλων. Ο Διεθνής Οργανισμός Έρευνας για τον Καρκίνο έχει ταξινομήσει με βεβαιότητα τη φορμαλδεΰδη ως ουσία που προκαλεί καρκίνο στον άνθρωπο. Προκαλεί επίσης σοβαρή βλάβη στα εγκεφαλικά κύτταρα, με κίνδυνο τύφλωσης. ΑΚΕΣΟΥΛΦΑΜΗ Η Ακεσουλφάμη είναι μια χημική γλυκαντική ουσία (E950). Είναι ένα άλας καλίου με ισχυρή γλυκαντική δράση που παραμένει αναλλοίωτο για πολλά χρόνια (και αυτό σίγουρα δεν είναι καλό). Σύμφωνα με έρευνες σε ζώα και ανθρώπους εθελοντές, η ακεσουλφάμη  δεν μεταβολίζεται  στο σώμα, που σημαίνει ότι δεν χρησιμοποιείται από τον οργανισμό και απεκκρίνεται αμετάβλητο στα ούρα. Χρησιμοποιείται ως γλυκαντικό σε διαιτητικά προϊόντα, ειδικά για διαβητικούς, αναψυκτικά και φαρμακευτικά προϊόντα. Παρά το γεγονός ότι διάφοροι οργανισμοί, όπως η Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) και η Επιστημονική Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης (η οποία δυστυχώς συχνά υποκύπτει σε πολιτικές επιρροές), δεν ταξινομούν την ακεσουλφάμη ως τοξική, αυτό δεν θα πρέπει απαραίτητα να είναι καθησυχαστικό. . Αυτή η ουσία είναι ένα προϊόν χημικής σύνθεσης άγνωστο στο μεταβολικό και στο ανοσοποιητικό μας σύστημα. Οι παρενέργειες αυτής της ουσίας δεν έχουν ακόμη καταγραφεί, αλλά αναπόφευκτα, κάποια στιγμή θα τεκμηριωθούν. Μέχρι τότε συνιστάται προσοχή. Άλλες γλυκαντικές ουσίες που δεν μεταβολίζονται στο σώμα μας περιλαμβάνουν τη σουκραλόζη και το κυκλαμικό οξύ. Το τελευταίο δεν έχει εγκριθεί από τον FDA. Προσοχή, καθώς υπάρχουν πολλά αναψυκτικά ( light και zero) που περιέχουν τέτοιες ουσίες. Καλό είναι να τα αποφεύγετε. ΣΑΚΧΑΡΙΝΗ Η σακχαρίνη ανακαλύφθηκε το 1879 από δύο ερευνητές στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins στη Βαλτιμόρη των ΗΠΑ. Είναι η πρώτη τεχνητή γλυκαντική ουσία, 300 φορές πιο γλυκιά από τη ζάχαρη, με πικρή και μεταλλική επίγευση, η οποία μετριάζεται με την ανάμειξή της με ασπαρτάμη. Η σακχαρίνη είναι ανθεκτική στη θερμότητα. Ήδη τη δεκαετία του 1960, μετά από ερευνητικές μελέτες, χαρακτηρίστηκε καρκινογόνος και το 1977 απαγορεύτηκε η πώλησή του στον Καναδά. Παρά τις αντιφάσεις σχετικά με τις παρενέργειές της, ήταν η μόνη διαθέσιμη γλυκαντική ουσία για τους διαβητικούς, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν έντονα για την πιθανή απαγόρευσή της στις Ηνωμένες Πολιτείες, επικρατώντας τελικά της επιστημονικής έρευνας. Η σακχαρίνη δεν μεταβάλλει τα επίπεδα ινσουλίνης και δεν παρέχει ενέργεια στον οργανισμό μας, αλλά ένας διαβητικός που θέλει να «γλυκάνει» τα πράγματα δεν πρέπει απαραίτητα να κινδυνεύει με καρκίνο! Στο σύστημα VegAnic, όλες οι γλυκαντικές ουσίες πρέπει να αποφεύγονται. Όπως είδαμε, υπάρχουν πολλές εναλλακτικές επιλογές για να αποφύγετε τη λευκή ζάχαρη και τα χημικά γλυκαντικά. ΣΟΥΚΡΑΛΟΖΗ Η σουκραλόζη παράγεται με τη χλωρίωση της ζάχαρης, που σημαίνει ότι είναι ένας χλωράνθρακας. Σημειώστε ότι οι χλωράνθρακες χρησιμοποιούνται κυρίως σε πολλά απολυμαντικά, εντομοκτόνα και σε φυτοφάρμακα για τα οποία υπάρχουν υποψίες ότι είναι καρκινογόνα. Παρά τις δημοσιεύσεις από διεθνή επιστημονικά ιδρύματα που χαρακτηρίζουν τη σουκραλόζη ως τοξική γλυκαντική ουσία, τόσο ο FDA (ΗΠΑ) όσο και η EFSA (ΕΕ) έχουν ταξινομήσει τη σουκραλόζη ως «ασφαλή» γλυκαντική ουσία. Εσείς τι λέτε; Η σουκραλόζη μειώνει την εντερική μας χλωρίδα κατά περίπου 50%, καθώς και την P-γλυκοπρωτεΐνη (P-gp), η οποία μειώνει τη βιοδιαθεσιμότητα και συνεπώς τη δράση όλων σχεδόν των φαρμάκων που χρησιμοποιούμε για τη βελτίωση της υγείας μας. Χρησιμοποιείται σε αναψυκτικά, γλυκά και τσίχλες και είναι η γλυκαντική ουσία της Diet Pepsi Cola. ΑΛΛΑ ΓΛΥΚΑΝΤΙΚΑ ΜΕ ΠΕΡΙΕΡΓΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΠΟΥ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΣΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ Η μαννιτόλη, η ξυλιτόλη και η σορβιτόλη, σε αντίθεση με ό,τι θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί λαμβάνοντας υπόψη τα ονόματά τους, είναι φυσικές ουσίες που βρίσκονται στα φρούτα και στον φυτικό κόσμο. Σημειώστε ότι εξάγονται μέσω χημικών διεργασιών, αλλά τουλάχιστον το μόριο τους είναι αναγνωρίσιμο από το σώμα μας. Δεν μπορούμε, λοιπόν, να τα συγκρίνουμε με την ασπαρτάμη και τα παρόμοια της, που σίγουρα πρέπει να αποφευχθούν! Γεράσιμος Τσιώλης, Διδάκτωρ Βιοχημείας Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, Ιταλία
Learn More
What are glucose peaks?
  • Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο:
  • Τα σχόλια του άρθρου μετράνε: 0
Τι είναι οι κορυφές γλυκόζης;
14 Ιουλίου (Απόσπασμα από το βιβλίο μου "Γλυκόζη: Φίλος και Εχθρός") Οι κορυφές γλυκόζης είναι μη φυσιολογικές διακυμάνσεις στα επίπεδα γλυκόζης που υποδεικνύουν τη μεταβλητότητα του σακχάρου στο αίμα. Μπορούμε επίσης να τις ονομάσουμε συνεχείς αιχμές του σακχάρου στο αίμα. Aκόμα καλύτερα, επειδή το "κορυφές γλυκόζης" αλλά και το "αιχμές" δεν είναι αντιπροσωπευτικό αυτής της κατάστασης, θα χρησιμοποιώ όπως και στο βιβλίο μου "ΓΛΥΚΟΖΗ φίλος & ΕΧΘΡΟΣ" τον διεθνή όρο peak, ζητώντας συγνώμη από τους λάτρες της ελληνικής γλώσσας, που ασφαλώς ανήκω και εγώ, αλλά κάποιοι διεθνείς όροι και κυρίως στην επιστημονική ορολογία είναι απαραίτητη.  Τα peak λοιπόν της γλυκόζης  μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές βλάβες στην υγεία μας. Εξαρτώνται από την κατανάλωση όλων των σακχάρων, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που βρίσκονται στα φρούτα και το μέλι, ή ακόμα και σε τρόφιμα που συχνά είναι ανυποψίαστα. Τα σάκχαρα είναι οι «εχθροί» του σώματός μας. Μπορούμε όμως να τα γνωρίσουμε καλύτερα για να τα καταναλώσουμε σωστά, ώστε να διατηρήσουμε τη γλυκαιμική καμπύλη σε χαμηλά επίπεδα, κάτι που είναι απαραίτητο για την υγεία μας. Τα σάκχαρα είναι παντού. Τρώμε πολλά από αυτά, συχνά χωρίς να το καταλαβαίνουμε, θέτοντας σε κίνδυνο την υγεία μας. Για πολλά χρόνια, πιστεύαμε ότι η μέτρηση του σακχάρου ήταν αρκετή για να μας δείξει τις συνέπειες της γλυκαιμίας στον οργανισμό μας. Σήμερα, όμως, γνωρίζουμε ότι αυτό που επηρεάζει σοβαρά την υγεία μας είναι οι βλάβες που προκαλούνται από τα peak της γλυκόζης. Ανεξάρτητα από το αν κάποιος είναι διαβητικός ή όχι, τα peakς μας βλάπτουν όλους. Η ξαφνική πείνα και η χρόνια κόπωση είναι μερικά μόνο από τα ήπια και κοινά συμπτώματα. Στις πιο σοβαρές περιπτώσεις, περιλαμβάνονται καρδιαγγειακά προβλήματα, διαβήτης, καρκίνος και Αλτσχάιμερ. Σε αυτό το βιβλίο, θα διερευνήσουμε πολυάριθμες μελέτες από πανεπιστήμια και συμβουλές από επιστήμονες που μελετούν εντατικά τη γλυκαιμία. Θα εξηγήσουμε γιατί τα peak της γλυκόζης και η ασταθής γλυκαιμία είναι επικίνδυνα και πώς να τα ρυθμίσουμε χωρίς να εγκαταλείψουμε την απόλαυση των αγαπημένων μας φαγητών, συμπεριλαμβανομένων των γλυκών και των υδατανθράκων. Τι ακριβώς πυροδοτεί μια ένα γλυκαιμικό peak; Ας κάνουμε ένα μικρό μάθημα χημείας. Μην ανησυχείτε. Η χημεία είναι το πιο εύκολο μάθημα από όλα, χωρίς εκπλήξεις. Όταν ενώνονται 2 ή περισσότερα μόρια ή ενώσεις σε μια χημική αντίδραση, γνωρίζουμε ακριβώς το αποτέλεσμα και είναι επίσης το πιο συναρπαστικό είναι ότι η χημεία εξηγεί τον κόσμο, τη ζωή, τον έρωτα, την αγάπη μας για τη γλυκόζη, ακόμα και τον θάνατο. Τον λόγο που τα περισσότερα παιδιά σήμερα δεν ξέρουν χημεία, ρωτήστε τον στους καθηγητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Μόνο αυτοί ξέρουν. Ωστόσο, οι μόνοι που δεν φταίνε είναι τα παιδιά. Λοιπόν, λίγη χημεία. Τα κύτταρά μας, όπως αυτά των φυτών και των ζώων, χρειάζονται ενέργεια για να ζήσουν και η κύρια πηγή αυτής της ενέργειας είναι η γλυκόζη. Λαμβάνουμε γλυκόζη από τα τρόφιμα με τη μορφή 2 υδατανθράκων: το άμυλο και τα σάκχαρα. Αυτά τα σάκχαρα, τα οποία περιλαμβάνουν γλυκόζη, φρουκτόζη, σακχαρόζη (1 μόριο γλυκόζης + 1 μόριο φρουκτόζης) και λακτόζη (1 μόριο γλυκόζης + 1 μόριο γαλακτόζης), ονομάζονται «ταχέως απορροφούμενοι υδατάνθρακες» ή «απλά σάκχαρα». Τα βρίσκουμε σε πολλά τρόφιμα όπως φρούτα, λαχανικά και γαλακτοκομικά προϊόντα. Ωστόσο, τα βρίσκουμε και ως τεχνητά πρόσθετα σε πολλά άλλα τρόφιμα, όπως το ψωμί, τα αναψυκτικά και τα σνακ. Τα βρίσκουμε ακόμη και ως γλυκαντικά και πρέπει να τα προσέχουμε και αυτά. Τα τρόφιμα που περιέχουν φυσικά σάκχαρα περιέχουν επίσης διαιτητικές ίνες, βιταμίνες, μέταλλα και άλλα θρεπτικά συστατικά που επιβραδύνουν την απορρόφηση των σακχάρων και μας κάνουν να νιώθουμε χορτάτοι. Αντίθετα, τα λεγόμενα επεξεργασμένα τρόφιμα έχουν σχεδιαστεί για να είναι πιο νόστιμα και ελκυστικά για τους καταναλωτές, αλλά έχουν ελάχιστες διαιτητικές ίνες επειδή περιπλέκουν τη διαδικασία παραγωγής, τόσο στη συσκευασία όσο και στην  ψύξη-απόψυξη. Θα έλεγα εδώ ότι τα επεξεργασμένα και υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα, φτωχά σε διαιτητικές ίνες και πλούσια σε σάκχαρα, είναι άχρηστες θερμίδες, επικίνδυνα και καθόλου θρεπτικά. Όταν κάνουμε καμπύλη σακχάρου σε ένα βιοπαθολογικό ιατρείο, μας παίρνουν αίμα όντας νηστικοί (χρόνος 0')  και αμέσως μετά καταναλώνουμε διάλυμα γλυκόζης (που περιέχει 1 γραμμάριο γλυκόζης ανά κιλό βάρους του ατόμου, και όχι 75 γραμμάρια για όλα τα άτομα). Μετά από 60 λεπτά, μας παίρνουν ξανά  αίμα (χρόνος 60') και άλλη μια φορά μετά από 60 λεπτά (χρόνος 120'). Αυτό μας δίνει 3 δείγματα, τα οποία είναι επαρκή για να εξετάσουμε την καμπύλη γλυκόζης ή σακχάρου. Υπάρχουν καμπύλες που μετρούν τα επίπεδα γλυκόζης και στα 30 λεπτά, καθώς και στα 150 και 180 λεπτά, αλλά αυτά γίνονται σε ειδικές περιπτώσεις. Ο σκοπός της καμπύλης είναι να προσδιορίσει αν είμαστε διαβητικοί, αν βρισκόμαστε σε προδιαβητικό στάδιο ή αν έχουμε φυσιολογικό μεταβολισμό της γλυκόζης. Όταν πάρουμε τα αποτελέσματα της εξέτασης και κοιτάξουμε την καμπύλη, θα δούμε ότι η υψηλότερη τιμή αντιστοιχεί στο αίμα που λήφθηκε στα 60 λεπτά. Αυτή η τιμή είναι επίσης γνωστή ως peak της γλυκόζης, που σημαίνει η κορυφή, το υψηλότερο σημείο της καμπύλης. Εδώ, βλέπουμε δύο καμπύλες γλυκόζης. Η μπλε γραμμή δείχνει τις διακυμάνσεις στα επίπεδα γλυκόζης ενός διαβητικού ατόμου, ενώ η πράσινη γραμμή αντιπροσωπεύει ένα μη διαβητικό άτομο. Ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις, η γλυκόζη έχει κορυφωθεί, αν και σε διαφορετικούς βαθμούς. Ένα παράδειγμα της καμπύλης γλυκόζης, όπου σε 60 λεπτά έχουμε το peak (200 mg/dl), και σε 120 λεπτά έχουμε την πτώση της τιμής της γλυκόζης (150 mg/dl). Σε αυτό το βιβλίο, θα ονομάζουμε peak οποιαδήποτε τιμή γλυκόζης υπερβαίνει το 30% της τιμής νηστείας, την οποία τώρα θα ονομάζουμε τιμή αναφοράς. Yψηλά peak  θα oνομάζουμε την τιμή της γλυκόζης που υπερβαίνει το 60% της τιμής αναφοράς. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ: Μετράμε τα επίπεδα γλυκόζης σε δύο άτομα που είναι νηστικά. Και τα δύο έχουν τιμή αναφοράς (νηστείας) 100 mg/dl. Δίνουμε στον καθένα ένα μπολ δημητριακά με γάλα, με μερίδες μετρημένες με ακρίβεια γραμμαρίου. Μετά από 60 λεπτά, παίρνουμε νέο δείγμα. Παρατηρούμε ότι το ένα έχει μέτρηση γλυκόζης 130 mg/dl, ενώ το άλλο 160 mg/dl. Στο πρώτο άτομο, η γλυκόζη έχει κάνει peak (+30% από την τιμή γραμμής βάσης), ενώ στο δεύτερο άτομο, έχει κάνει υψηλό peak  (+60% από την αρχική τιμή). Και οι δύο θα βιώσουν τις συνέπειες αυτών των peak, με το δεύτερο άτομο να βιώνει πολύ χειρότερες συνέπειες. Το γιατί θα το δούμε παρακάτω. Οι κορυφές της γλυκόζης είναι επιβλαβείς για όλους μας, όχι μόνο για τους διαβητικούς. Γεράσιμος Τσιώλης, Διδάκτωρ Βιοχημείας Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, Ιταλία
Learn More
Natural Cosmetics
  • Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο:
  • Τα σχόλια του άρθρου μετράνε: 0
Φυσικά Καλλυντικά
21 Σεπτεμβρίου Η ανάγκη για φυσικά καλλυντικά Τα φυσικά καλλυντικά είναι ουσιαστικά δημιούργημα των δύο τελευταίων δεκαετιών και φαίνεται να κερδίζουν έδαφος ακόμα και στη χώρα μας. Η ζήτηση για λιγότερο χημικά επιβαρυμένα προϊόντα αυξάνεται σταθερά και η στροφή των καταναλωτών προς τα φυσικά προϊόντα είναι πλέον πραγματικότητα. Σύμφωνα με μελέτη που διεξήχθη από το International Journal of Chemistry (πηγή: www.ccsenet.org/ijc ), μεταξύ μιας ομάδας ατόμων, το 87% ανέφερε ότι χρησιμοποιεί καλλυντικά, το 94% πιστεύει ότι τα συνθετικά καλλυντικά μπορεί να προκαλέσουν παρενέργειες, ενώ μόνο το 6% πιστεύουν ότι τα φυσικά καλλυντικά μπορεί να προκαλέσουν παρενέργειες. Τι είναι τα φυσικά καλλυντικά; Δεν υπάρχει διεθνώς αναγνωρισμένη μέθοδος που να διακρίνει σαφώς τα φυσικά καλλυντικά από άλλα με βάση αντικειμενικά κριτήρια. Έχουν γίνει προσπάθειες μόνο σε εθνικό επίπεδο σε διάφορες χώρες και δεν υπάρχει συγκεκριμένη κοινοτική οδηγία, αν και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνεργάστηκε με την Collipa για να αναπτύξει έναν ορισμό για την πιο ακριβή έννοια του τι είναι φυσικά καλλυντικά, που αναμένεται να δημοσιευθεί στην νέος κανονισμός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα καλλυντικά. Ωστόσο, είναι γενικά αποδεκτό ότι τα φυσικά καλλυντικά είναι προϊόντα των οποίων τα συστατικά, ιδιαίτερα οι δραστικοί παράγοντες που χρησιμοποιούνται για την παροχή των επιθυμητών καλλυντικών ιδιοτήτων, έχουν φυσική προέλευση. Τα φυσικά καλλυντικά μπορεί να περιλαμβάνουν συστατικά φυτικής προέλευσης (π.χ. εκχυλίσματα, αιθέρια έλαια, ενεργά φυτικά συστατικά κ.λπ.), ζωικής προέλευσης, θαλάσσιας ή ορυκτής προέλευσης, με ελάχιστη και ασφαλέστερη δυνατή επεξεργασία. Ανάλογα με τη σύνθεσή τους, μπορούν να ταξινομηθούν σε δύο κατηγορίες: 100% Φυσικά Καλλυντικά: Είναι πρακτικά αδύνατο να παραχθεί ένα προϊόν που είναι 100% φυσικό, εκτός από μερικές εξαιρέσεις όπως τα λάδια σώματος (τα οποία μπορεί να περιέχουν αιθέρια έλαια) των οποίων τα συστατικά είναι 100% φυσικής προέλευσης. Καλλυντικά Φυσικής Προέλευσης: Σχεδόν όλα τα φυσικά καλλυντικά εμπίπτουν σε αυτήν την κατηγορία. Τα ενεργά συστατικά τους είναι φυσικές ουσίες, αλλά μπορεί να περιέχουν μικρές ποσότητες συνθετικών ουσιών. Το ποσοστό των φυσικών ουσιών σε αυτά, ανάλογα με το ποιος τις πιστοποιεί, συνήθως κυμαίνεται από 10-90%, αλλά δεν φτάνει το 100%. Ωστόσο, τα φυσικά συστατικά που χρησιμοποιήθηκαν στα καλλυντικά μέχρι το 1996 περιελάμβαναν αρκετά ζωικής προέλευσης, όπως το κολλαγόνο, η ελαστίνη, ο πλακούντας, που αποτελούσαν σημαντικό μέρος των συστατικών των φυσικών καλλυντικών εκείνη την εποχή λόγω της αποδεδειγμένης υψηλής αποτελεσματικότητάς τους. Μετά την «κρίση των τρελών αγελάδων», η χρήση αυτών των ουσιών στα καλλυντικά απαγορεύτηκε από τη νομοθεσία. Για το λόγο αυτό, πολλές εταιρείες έστρεψαν το ενδιαφέρον τους σε φυτικές ουσίες και ο όρος «καλλυντικά φυτικής προέλευσης» εμφανίστηκε στη συσκευασία τους, παρόλο που τα προϊόντα αυτά δεν περιέχουν μόνο φυτικά συστατικά. Παρά την απαγόρευση, εξακολουθούν να υπάρχουν εταιρείες που παρέχουν προϊόντα ζωικής προέλευσης, αλλά θεωρούνται «αγνότερα» σύμφωνα με την κοινή συναίνεση, ακόμη περισσότερο από τα φυτικής προέλευσης προϊόντα, όπως προϊόντα μελισσών (βασιλικός πολτός, μέλι, γύρη, πρόπολη, κερί). Πλεονεκτήματα των Φυσικών Καλλυντικών Στη σύνθεση των φυσικών καλλυντικών, χρησιμοποιούνται οι αρχές της πράσινης χημείας, που συνδυάζουν τη χρήση πρώτων υλών φυσικής προέλευσης με διαδικασίες φιλικές προς το περιβάλλον για την προστασία των καταναλωτών από ανεπιθύμητες επιπτώσεις. Τα φυσικά καλλυντικά, λόγω των πολλών δράσεων που μπορούν να έχουν τα φυσικά συστατικά, έχουν ευρείες εφαρμογές σε όλο το σώμα, ενώ τα συνθετικά καλλυντικά έχουν συνήθως στοχευμένες δράσεις. Τα φυσικά καλλυντικά συνδέονται γενικά με λιγότερες αρνητικές επιπτώσεις σε σύγκριση με τα συνθετικά. Έχουν μεγαλύτερη απήχηση στους καταναλωτές. Υποστηρίζεται ότι το ανθρώπινο σώμα είναι πιο δεκτικό σε συστατικά φυσικής προέλευσης παρά σε συνθετικά παράγωγα.
Learn More
Carbohydrates, Glucose & Glycemic Index
  • Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο:
  • Τα σχόλια του άρθρου μετράνε: 0
Υδατάνθρακες, Γλυκόζη & Γλυκαιμικός Δείκτης
21 Σεπτεμβρίου ΥΔΑΤΑΝΘΡΑΚΕΣ: ΠΗΓΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Οι υδατάνθρακες, γνωστοί και ως σάκχαρα ή σακχαρίτες, είναι ευρέως διαδεδομένοι στη φύση και αποτελούν βασικά συστατικά της τροφής, χρησιμεύοντας ως πηγή ενέργειας για τον οργανισμό. Παίζουν επίσης δομικούς ρόλους (π.χ. άμυλο, γλυκογόνο, κυτταρίνη) και συμβάλλουν στα γευστικά χαρακτηριστικά. Οι υδατάνθρακες συντίθενται στα φυτά μέσω της διαδικασίας της φωτοσύνθεσης και αποθηκεύονται με τη μορφή αμύλου, ενώ στους ζωικούς οργανισμούς, αποθηκεύονται ως γλυκογόνο. Ο όρος «υδατάνθρακας» επινοήθηκε αρχικά επειδή οι ενώσεις που εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία αντιστοιχούσαν στον γενικό χημικό τύπο Cx(H2O)x, που σημαίνει ότι προέρχονταν από ενυδατωμένο άνθρακα, με υδρογόνο και οξυγόνο να υπάρχουν στην ίδια αναλογία όπως στο νερό. Ο όρος «υδατάνθρακας» παραμένει σήμερα ακόμη και αν γνωστές ενώσεις όπως το οξικό οξύ (C2H4O2) ή το γαλακτικό οξύ (C3H6O3) προσκολλώνται στον γενικό τύπο των υδατανθράκων χωρίς να διαθέτουν τις χαρακτηριστικές τους ιδιότητες, όπως και άλλοι γνωστοί υδατάνθρακες δεν συμμορφώνονται με αυτόν τον τύπο . Έτσι, η ονομασία «υδατάνθρακες» είναι ένας όρος για μια ολόκληρη κατηγορία ενώσεων. Οι υδατάνθρακες χωρίζονται στις ακόλουθες ομάδες: α) Μονοσακχαρίτες ή απλά σάκχαρα, που είναι τα απλούστερα μέλη των υδατανθράκων και δεν υπόκεινται σε υδρόλυση (π.χ. γλυκόζη, φρουκτόζη). β) Ολιγοσακχαρίτες, που αποτελούνται από μικρό αριθμό, τυπικά από δύο έως περίπου δέκα, μονάδες μονοσακχαρίτη. γ) Πολυσακχαρίτες, που αποτελούνται από μεγάλο αριθμό μονάδων μονοσακχαρίτη, όπως η αμυλόζη, η οποία περιέχει 100-2000 μονάδες του μονοσακχαρίτη γλυκόζη στο μόριό της. Οι υψηλού μοριακού βάρους ενώσεις πολυσακχαριτών παρουσιάζουν διαφορές στις φυσικές και χημικές τους ιδιότητες σε σύγκριση με τους μονοσακχαρίτες από τους οποίους αποτελούνται. Οι πιο σημαντικοί πολυσακχαρίτες στη φύση περιλαμβάνουν το άμυλο (το υλικό αποθήκευσης των φυτών), το γλυκογόνο (το υλικό αποθήκευσης των ζώων) και την κυτταρίνη (δομικό συστατικό και υποστηρικτικό υλικό στα φυτά). Η ΓΛΥΚΟΖΗ ΩΣ ΠΗΓΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Η γλυκόζη παίζει κεντρικό ρόλο στον ανθρώπινο μεταβολισμό καθώς συμμετέχει τόσο στις διαδικασίες γλυκόλυσης όσο και στη ζύμωση, καθιστώντας την έτσι πολύτιμο στοιχείο για την παραγωγή ενέργειας. Η επιλογή των κυττάρων να χρησιμοποιούν γλυκόζη ή λιπίδια και κετόνες (υποπροϊόντα του μεταβολισμού των λιπιδίων στα ηπατικά κύτταρα όταν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα είναι χαμηλά) ως πηγή ενέργειας εξαρτάται τόσο από τις συγκεκριμένες λειτουργίες που εκτελεί κάθε κύτταρο στον οργανισμό μας όσο και από τα διατροφικά μας πρότυπα. Τα νευρικά και εγκεφαλικά κύτταρα προτιμούν τη γλυκόζη και απαιτούν μια συγκεκριμένη ποσότητα για να λειτουργήσουν αποτελεσματικά. Όταν το σώμα λαμβάνει περιορισμένη ποσότητα υδατανθράκων από τη διατροφή, τα αποθέματα γλυκογόνου στο ήπαρ και στους μύες κινητοποιούνται γρήγορα για να καλύψουν αυτή τη ζήτηση. Μόλις αυτά τα αποθέματα γλυκογόνου αρχίσουν να εξαντλούνται, ο μεταβολισμός ξεκινά ένα πρόγραμμα διατήρησης. Όλα τα κύτταρα που δεν έχουν άμεση ανάγκη για γλυκόζη μειώνουν την κατανάλωσή τους και, αν χρειαστεί, τη διακόπτουν εντελώς. Η γλυκόζη, η οποία τη δεδομένη στιγμή γίνεται ένας σπάνιος και πολύτιμος πόρος, διατίθεται αποκλειστικά σε εκείνα τα κύτταρα που έχουν απόλυτη απαίτηση για αυτήν, καθώς δεν μπορούν να επιβιώσουν χωρίς αυτήν, κυρίως στα νευρικά κύτταρα. ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΓΛΥΚΟΖΗΣ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ Στο ανθρώπινο σώμα, η γλυκόζη διαλυμένη στο αίμα, μαζί με το ίδιο το αίμα, λειτουργεί σαν ένα τέλειο υδραυλικό σύστημα. Τα κύτταρα έχουν την ικανότητα να «ανασύρουν» διάλυμα γλυκόζης μέσω εξειδικευμένων μεταφορέων γλυκόζης. Αυτός ο ακριβής μηχανισμός εξασφαλίζει συνεχή παροχή γλυκόζης στα κύτταρα με υψηλή προτεραιότητα, ακόμη και όταν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα είναι χαμηλά. Τα κύτταρα με χαμηλότερη προτεραιότητα για γλυκόζη αναγκάζονται να καταφύγουν σε δευτερεύουσες πηγές ενέργειας, όπως λιπίδια και κετόνες. Η ΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΜΑΣ ΚΑΙ Η ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΣΟΦΙΑ Για να θρέψει επαρκώς τα κύτταρα με αυτήν την κρίσιμη για τη ζωή ουσία, το σώμα διανέμει τη γλυκόζη μέσω της κυκλοφορίας του αίματος. Το σώμα μας είναι καλά εξοπλισμένο για να χειρίζεται καταστάσεις ανεπάρκειας γλυκόζης, σηματοδοτώντας την πείνα ως ένδειξη της ανάγκης για γλυκόζη. Ωστόσο, το σώμα δεν είναι τόσο καλά προετοιμασμένο για καταστάσεις υπερβολής, όπως συμβαίνει μετά από ένα γεύμα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, το σώμα μας πρέπει να απελευθερώσει σημαντικές ποσότητες ινσουλίνης, μια ορμόνη που διευκολύνει τη μεταφορά της γλυκόζης από το αίμα στα κύτταρα, και το κάνει γρήγορα. Ωστόσο, όταν τα κύτταρα είναι ήδη κορεσμένα με γλυκόζη, τα υψηλά επίπεδα γλυκόζης μπορούν να βλάψουν τις ευαίσθητες δομές τους. Κατά συνέπεια, τα κύτταρα προσπαθούν να βρουν εναλλακτικά μέσα για τη χρήση της γλυκόζης, μετατρέποντάς τη σε λίπος, μια ασφαλή και παθητική μορφή αποθήκευσης ενέργειας. Τα αυξημένα επίπεδα γλυκόζης και η επακόλουθη απελευθέρωση ινσουλίνης που οδηγεί στη δημιουργία λίπους είναι οι λόγοι για τους οποίους η ινσουλίνη θεωρείται πλέον η ορμόνη που σχετίζεται με την παχυσαρκία. Ως εκ τούτου, η γλυκόζη όχι μόνο παρέχει ενέργεια και χρησιμεύει ως βάση για τη σύνθεση διαφόρων ουσιών, αλλά εγκυμονεί κινδύνους όταν υπάρχει σε υψηλές συγκεντρώσεις στο αίμα, προκαλώντας δυνητικά κυτταρικές βλάβες και σοβαρές ασθένειες. Αρκετοί ιστοί και κύτταρα εκτίθενται σε κινδύνους που σχετίζονται με υψηλές συγκεντρώσεις γλυκόζης στο αίμα. Αυτοί οι ιστοί είναι από τους πρώτους που απορροφούν γλυκόζη όταν χρειάζεται, ειδικά κατά τη διάρκεια επεισοδίων αυξημένων επιπέδων σακχάρου. Συγκεκριμένα, ο αμφιβληστροειδής, οι νευρώνες και τα ενδοθηλιακά κύτταρα είναι οι πρωταρχικοί στόχοι της παρατεταμένης υπεργλυκαιμίας. Εάν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα παραμένουν σταθερά υψηλά, μπορεί να οδηγήσει σε χρόνιες επιπλοκές που σχετίζονται με τον διαβήτη, συμπεριλαμβανομένης της αμφιβληστροειδοπάθειας, της νεφροπάθειας και της αγγειακής βλάβης. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, οι επιπλοκές μπορεί να περιλαμβάνουν τύφλωση, νευρολογική βλάβη, ακρωτηριασμούς άκρων, καρδιαγγειακές παθήσεις, ακόμη και καρκίνο. Η γλυκόζη, ως κύρια πηγή τροφής, αξιοποιείται επίσης από τα καρκινικά κύτταρα. Έτσι, η γλυκόζη προσφέρει διπλή δυνατότητα απελευθέρωσης ενέργειας, είτε μέσω γλυκόλυσης είτε μέσω ζύμωσης. Στο σώμα μας, έχουμε κύτταρα και ιστούς που εξάγουν την ενέργεια που απαιτούν από τα λίπη και τις κετόνες. Αυτό υπαγορεύεται από το γεγονός ότι το σώμα μας δεν έχει την ικανότητα να αποθηκεύει σημαντικές ποσότητες γλυκόζης. Στον άνθρωπο, η αποθήκευση γλυκογόνου διαρκεί μόνο μία έως δύο ημέρες, ακόμη και σε περιόδους αδράνειας. Σε αθλητικές προσπάθειες υψηλής έντασης, τα αποθέματα γλυκογόνου μας εξαντλούνται σε περίπου 30 λεπτά. Ο ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΛΙΠΟΥΣ ΩΣ ΕΚΤΑΚΤΟ ΑΠΟΘΕΜΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Όταν τα αποθέματα γλυκογόνου εξαντλούνται, ο μόνος τρόπος παραγωγής ενέργειας είναι μέσω του μεταβολισμού των λιπών. Η διάσπαση των αποθεμάτων λίπους απελευθερώνει κυρίως λιπαρά οξέα. Μόνο ένα μικρό μέρος των λιπών, περίπου το 1/16, παράγει γλυκερίνη, η οποία, με τη σειρά της, μπορεί να μετατραπεί σε γλυκόζη. Αντίθετα, τα λιπαρά οξέα διατίθενται είτε για χρήση ενέργειας είτε για σχηματισμό κετονικών σωμάτων (ακετοξικό οξύ, ακετόνη και βήτα-υδροξυβουτυρικό οξύ). Αυτά τα κετονικά σώματα χρησιμεύουν ως πηγή ενέργειας για τον εγκέφαλο και τους καρδιακούς μύες. Σε περιπτώσεις ανεπάρκειας γλυκόζης, ο εγκέφαλος μπορεί να ενεργοποιήσει ένα πρόγραμμα εξοικονόμησης ενέργειας που βασίζεται κυρίως στη γλυκόζη, με την υπόλοιπη ενέργεια να προέρχεται από ενώσεις κετόνης. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΥΔΑΤΑΝΘΡΑΚΩΝ Η σύγχυση των εννοιών Κατά τη διάρκεια των πανεπιστημιακών μας ετών στη Μπολόνια, ένα εξαιρετικό και απαιτητικό ίδρυμα, γνωστό ως το παλαιότερο πανεπιστήμιο στην Ευρώπη, παρακολουθήσαμε ένα σεμινάριο όπου ένας Άγγλος καθηγητής Φυσικής Αγωγής δήλωσε: «Η ζάχαρη είναι επιβλαβής και μειώνει την απόδοση». Ανταλλάξαμε σαστισμένες ματιές! Πώς μπορεί η ζάχαρη να είναι επιβλαβής; Η ζάχαρη παρέχει ενέργεια. ο εγκέφαλος «καίει γλυκόζη», όπως και οι μύες. Πώς θα μπορούσε να ισχυριστεί κάτι τέτοιο; Πρέπει να είναι τρελός! Εμείς οι μαθητές δεν μπορούσαμε να το καταλάβουμε. Όχι αμέσως, αλλά με τον καιρό καταλάβαμε... Η ενέργεια και η ζωτικότητα δεν προέρχονται από τη ζάχαρη, συγκεκριμένα τη σακχαρόζη, τη λευκή ή σκούρα εξευγενισμένη κρυσταλλική σκόνη που έχουμε στις κουζίνες μας και χρησιμοποιούμε ως γλυκαντικό στον καφέ ή το τσάι μας. Η ενέργεια που χρειάζεται ο άνθρωπος προέρχεται από υδατάνθρακες και όχι από ζάχαρη. Οι υδατάνθρακες, είτε απλοί είτε σύνθετοι, αποτελούν όλα τα φυτά, ιδιαίτερα τα φρούτα, τα λαχανικά, τα δημητριακά και τα όσπρια. Όταν καταναλώνονται λογικά, αυτοί οι υδατάνθρακες έχουν ευεργετική επίδραση. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι επειδή οι υδατάνθρακες είναι καλοί, δεν σημαίνει ότι η ζάχαρη είναι και ωφέλιμη! Γιατί μας βλάπτει η ζάχαρη; Το τελικό προϊόν της πέψης των υδατανθράκων, ξεκινώντας από το άμυλο, είναι η γλυκόζη, ένα απλό σάκχαρο που ανήκει χημικά στις εξόζες (άτομα έξι άνθρακα). Ωστόσο, αυτή η απλή ζάχαρη είναι ευεργετική όταν παράγεται από τον ίδιο τον οργανισμό, σταδιακά, ξεκινώντας από σύνθετα σάκχαρα όπως το άμυλο. Η φρουκτόζη, μια άλλη απλή ζάχαρη, βρίσκεται στα φρούτα και τα λαχανικά. Τι θα συμβεί αν, αντίθετα, καταναλώνουμε ραφιναρισμένη ζάχαρη; Προκύπτουν προβλήματα! Κάποιος μπορεί να υποστηρίξει ότι δεν υπάρχει διαφορά, καθώς τόσο η ζάχαρη όσο και τα φυσικά σύνθετα σάκχαρα όπως το άμυλο παράγουν τελικά γλυκόζη στη διαδικασία της πέψης. Αυτό ισχύει μόνο αν θεωρήσουμε την πέψη ως ένα «in vitro» γεγονός ή ένα εργαστηριακό πείραμα όπου μόνο οι παραγόμενες θερμίδες έχουν σημασία. Ωστόσο, αν αναφερθούμε στους «in vivo» μηχανισμούς και παρατηρήσουμε τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της διατροφής μας, θα καταλάβουμε ότι η απορρόφηση της ραφιναρισμένης ζάχαρης στο λεπτό έντερο γίνεται πολύ γρήγορα. Το σώμα δεν ανέχεται απότομες διακυμάνσεις στα επίπεδα γλυκόζης (γλυκαιμικό). Εάν το γλυκαιμικό πέσει στα 60 mg/dl, το νευρικό και το ορμονικό σύστημα αντιδρούν για να αποτρέψουν διαταραχές και κυτταρικές βλάβες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε επιληπτικές κρίσεις, υπογλυκαιμικό κώμα και θάνατο. Αντίστροφα, αν το γλυκαιμικό φτάσει τα 600 mg/dl, υπάρχει κίνδυνος θανάτου από υπεργλυκαιμικό κώμα. Το σώμα στη συνέχεια ενεργοποιεί μηχανισμούς για την πρόληψη αυτών των κινδύνων. Τι συμβαίνει στην πραγματικότητα; Το πάγκρεας επεμβαίνει παίζοντας έναν ιδιότυπο ρόλο. Στο κέντρο αυτού του αδένα, οι νησίδες Langerhans ρυθμίζουν τη γλυκόζη στο αίμα μέσω της παραγωγής ινσουλίνης και γλυκαγόνης, δύο ορμονών με συμπληρωματικές λειτουργίες. Η γλυκαγόνη είναι η ορμόνη που αυξάνει τη γλυκόζη στο αίμα, ενώ η ινσουλίνη τη μειώνει μέσω τριών διαφορετικών μηχανισμών: Αποθήκευση γλυκόζης στους μύες για σωματική δραστηριότητα μέχρι την αναπλήρωση. Αποθήκευση περίσσειας γλυκόζης στο ήπαρ ως γλυκογόνο. Μετατροπή μορίων γλυκόζης σε λίπος. Εάν η αύξηση της γλυκόζης στο αίμα είναι αργή, η παγκρεατική απόκριση θα είναι περιορισμένη και διάφοροι μηχανισμοί θα μπουν σταδιακά στο παιχνίδι. Αντίθετα, εάν η αύξηση είναι ταχεία, όπως στην περίπτωση της ραφιναρισμένης ζάχαρης και ορισμένων άλλων τροφίμων με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη, η ανταπόκριση από το πάγκρεας θα είναι γρήγορη και δραστική. Θα οδηγήσει σε απότομη αύξηση της ινσουλίνης, η οποία αναγκαστικά πλημμυρίζει την κυκλοφορία του αίματος με εκρηκτικό και δυναμικό τρόπο. Τα αποτελέσματα αυτού του συμβάντος θα είναι μια ξαφνική μείωση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα, με επακόλουθο κίνδυνο υπογλυκαιμίας, ωθώντας τον οργανισμό να κινητοποιήσει τα αποθέματα σακχάρου (γλυκογόνο). Έτσι, ξεκινά ένας φαύλος κύκλος όπου τα άτομα αισθάνονται συνεχώς κουρασμένα, οδηγώντας σε παχυσαρκία και διαβήτη τύπου ΙΙ. Εάν ένα τέτοιο άτομο σταματήσει να καταναλώνει γλυκά για δύο εβδομάδες, θα νιώσει αμέσως αύξηση της ενέργειας και σημαντική ανακούφιση στον οργανισμό του. Αξίζει να σημειωθεί ότι μεταξύ των απλών σακχάρων (κυρίως γλυκόζης και φρουκτόζης), η φρουκτόζη έχει πιο αργό ρυθμό απορρόφησης, καθιστώντας την καλύτερη επιλογή όταν λαμβάνεται απευθείας από φρούτα και λαχανικά παρά από χημικά επεξεργασμένες πηγές. Τέλος, η ζάχαρη που αγοράζουμε για τα σπίτια μας είναι ένα επεξεργασμένο γλυκαντικό που προέρχεται από την επεξεργασία ζαχαρότευτλων ή ζαχαροκάλαμου. Το όνομά του είναι σακχαρόζη και είναι μια φυτική ζάχαρη που έχει υποστεί τεχνητή επεξεργασία. Επιπλέον, η σακχαρόζη είναι ένας δισακχαρίτης (αποτελούμενος από ένα μόριο γλυκόζης και ένα μόριο φρουκτόζης) που υπάρχει σε ορισμένα φυτά και φρούτα, αλλά δεν σχηματίζεται ποτέ στη διαδικασία της πέψης. Πράγματι, όταν καταναλώνουμε υδατάνθρακες, θα φτάσουμε τελικά στη γλυκόζη μέσω της διάσπασης ουσιών όπως η δεξτρόζη και η μαλτόζη από το άμυλο. Η σακχαρόζη δεν σχηματίζεται ποτέ, αλλά εάν εισαχθεί στο σώμα, θα διασπαστεί σε γλυκόζη και φρουκτόζη λόγω του ενζύμου σακχαράση. Ωστόσο, μια ανεπάρκεια σε αυτό το ένζυμο στο δωδεκαδάκτυλο και στο πρώτο μέρος του ειλεού, που είναι συχνή στους ανθρώπους, επιτρέπει σε σημαντική ποσότητα άπεπτης σακχαρόζης να περάσει από το λεπτό έντερο. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ζύμωση και δυσφορία στο σώμα. Αυτή η κατάσταση μπορεί να αναφέρεται ως δυσανεξία στη ζάχαρη και γενικά δεν αναγνωρίζεται, κυρίως επειδή λίγοι διαιτολόγοι τολμούν να απαγορεύσουν εντελώς στους ασθενείς τους την κατανάλωση γλυκών που περιέχουν ζάχαρη. Ωστόσο, ένας διαιτολόγος VegAnic θα τολμούσε να το κάνει επειδή έχει βαθιά γνώση των μεταβολικών και ψυχολογικών συνεπειών της κατάχρησης ζάχαρης και θα πρότεινε καλύτερες εναλλακτικές λύσεις ως γλυκαντικά. Παρόμοια είναι η δυσανεξία στη λακτόζη, καθώς σχεδόν όλοι έχουμε μειωμένα επίπεδα λακτάσης, η οποία διασπά τη λακτόζη (σάκχαρο γάλακτος) σε γαλακτόζη και γλυκόζη. Έτσι, η λακτόζη φτάνει στο κόλον για να μεταβολιστεί από την εντερική χλωρίδα, η οποία είναι ανεπαρκώς εξοπλισμένη για αυτό το έργο, προκαλώντας αέρια και τοξικούς μεταβολίτες που ερεθίζουν τον εντερικό βλεννογόνο, οδηγώντας σε διάρροιες και κοιλιακή δυσφορία, μεταξύ άλλων δυσμενών καταστάσεων. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΥΔΑΤΑΝΘΡΑΚΩΝ ΚΑΙ ΓΛΥΚΑΜΙΚΟΣ ΔΕΙΚΤΗΣ Τα σάκχαρα αποτελούν την κύρια πηγή ενέργειας για ολόκληρο τον οργανισμό, με τη γλυκόζη να είναι το μόνο ενεργό υπόστρωμα που χρησιμοποιείται από τον εγκέφαλο. Ωστόσο, σε αντίθεση με τους μύες, ο εγκέφαλος δεν έχει την ικανότητα να αποθηκεύει γλυκόζη. Επομένως, η λειτουργία του εξαρτάται από τη συνεχή και αδιάλειπτη παροχή σακχάρων στην κυκλοφορία του αίματος. Η στέρηση της γλυκόζης έστω και για λίγα λεπτά μπορεί να οδηγήσει σε κυτταρικό θάνατο στα εγκεφαλικά κύτταρα. Για να μετριαστεί αυτό, το σώμα έχει μια σειρά από ενδοκρινείς και εξωκρινείς αδένες που εμπλέκονται στο μεταβολισμό των υδατανθράκων, συμπεριλαμβανομένων των σιελογόνων αδένων, του παγκρέατος, του ήπατος και του θυρεοειδούς. Οι υδατάνθρακες που καταναλώνουμε, συμπεριλαμβανομένου του αμύλου, συναντούν πρώτα την αμυλάση του σάλιου στο στόμα, η οποία συνεχίζει τη δράση της στο στομάχι. Όταν η τροφή περνά από το στομάχι στο δωδεκαδάκτυλο, το πάγκρεας εκκρίνει παγκρεατική αμυλάση για να βελτιώσει την πέψη και να μετατρέψει τους σύνθετους υδατάνθρακες (άμυλο) σε γλυκόζη, η οποία μπορεί να απορροφηθεί στο λεπτό έντερο. Σε αυτό το σημείο, είναι απαραίτητο να συζητήσουμε τον γλυκαιμικό δείκτη. Ο γλυκαιμικός δείκτης είναι μια αριθμητική αναπαράσταση της ταχύτητας με την οποία αυξάνονται τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα μετά την κατανάλωση ενός συγκεκριμένου τροφίμου σε σύγκριση με τον ρυθμό αύξησης που προκαλείται από ένα τρόφιμο αναφοράς, που συμβατικά ορίζεται ως γλυκόζη, με τιμή 100. Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός, αυξάνονται ταχύτερα τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα. Συνιστάται να προτιμάτε τροφές με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη (κάτω από 60), επειδή η ταχεία αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα (ταχεία μεταφορά σακχάρων από το λεπτό έντερο στην κυκλοφορία του αίματος) καθιστά πιο δύσκολη τη ρύθμιση της έκκρισης ινσουλίνης από το πάγκρεας. Αυτό, με τη σειρά του, οδηγεί σε αυξημένες δυσκολίες στον έλεγχο του σωματικού βάρους, των επιπέδων χοληστερόλης, της ισορροπίας των ηλεκτρολυτών και της συνολικής υγείας. Οι υδατάνθρακες με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη περιλαμβάνουν φρούτα και λαχανικά, με ορισμένες εξαιρέσεις (όπως τα καρότα, οι πατάτες, η κολοκύθα, το καρπούζι, το πεπόνι και τα σταφύλια). Τα δημητριακά ολικής αλέσεως, τα όσπρια και τα αποξηραμένα φρούτα έχουν επίσης χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη. Υδατάνθρακες με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη είναι τα ζαχαρούχα γλυκά, τα αναψυκτικά, το λευκό ψωμί, τα λευκά ζυμαρικά και το γυαλισμένο ρύζι. Φυσικά, η συζήτηση για τον γλυκαιμικό δείκτη χωρίς να ληφθεί υπόψη το γλυκαιμικό φορτίο ή η ποσότητα των υδατανθράκων που καταναλώνονται κατά τη διάρκεια της ημέρας, θα ήταν παραπλανητική. Η υπερβολική κατανάλωση υδατανθράκων, ακόμη και με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, εξακολουθεί να εγκυμονεί κινδύνους για αύξηση βάρους και άλλους παράγοντες υγείας. Ωστόσο, είναι πιο εύκολο να χάσουμε τον έλεγχο όταν βασίζουμε τη διατροφή μας σε τροφές με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη, οι οποίες παρέχουν λιγότερο κορεσμό και θρέψη. Εάν η πλειοψηφία των υδατανθράκων που καταναλώνονται προέρχονται από δημητριακά, όσπρια και λαχανικά, η απορρόφηση των υδατανθράκων θα είναι πιο αργή, με αποτέλεσμα χαμηλότερο γλυκαιμικό δείκτη. Τώρα, η συζήτηση του μεταβολισμού των υδατανθράκων, της κύριας πηγής ενέργειας, χωρίς να ασχοληθεί κανείς με το θέμα της σωματικής δραστηριότητας, θα ήταν ελλιπής και παραπλανητική. Αυτοί οι δύο παράγοντες συνδέονται στενά μεταξύ τους. Όσο πιο καθιστικός είναι ο τρόπος ζωής, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες να αναπτύξει αντίσταση στην ινσουλίνη, οδηγώντας σε παχυσαρκία και ανάπτυξη δυσλιπιδαιμίας και διαφόρων ασθενειών. Στην πραγματικότητα, ο καθιστικός τρόπος ζωής καθιστά τους μύες και το συκώτι λιγότερο ανταποκρινόμενοι στην ινσουλίνη, αναγκάζοντάς τους να μετατρέψουν την περίσσεια γλυκόζης σε λίπος για να αποτρέψουν τα παρατεταμένα υψηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, τα οποία αποτελούν σοβαρό κίνδυνο για την υγεία μας. Η σωματική άσκηση είναι, επομένως, το πιο αποτελεσματικό μέσο για την καταπολέμηση της αντίστασης στην ινσουλίνη και τη διατήρηση ενός μυϊκού συστήματος ικανού να χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τη γλυκόζη. Στην ουσία, η μέτρια σωματική άσκηση είναι αυτή που προάγει την αρμονική αλληλεπίδραση μεταξύ του μυοσκελετικού και του ορμονικού συστήματος, βοηθώντας μας να αποφύγουμε σοβαρά προβλήματα υγείας. Γεράσιμος Τσιώλης, Διδάκτωρ Βιοχημείας Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, Ιταλία
Learn More
Multiple Sclerosis and Vitamin D
  • Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο:
  • Τα σχόλια του άρθρου μετράνε: 0
Σκλήρυνση κατά πλάκας και βιταμίνη D
21 Σεπτεμβρίου Γνωστή και ως σκλήρυνση κατά πλάκας (ΣΚΠ) ή Πολλαπλή Σκλήρυνση, είναι μια χρόνια, αυτοάνοση, φλεγμονώδης και νευροεκφυλιστική νόσος του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος (ΚΝΣ). Υπολογίζεται ότι από το 2008, 2,5 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως έχουν προσβληθεί από τη νόσο. Συνήθως αναφέρεται ως ασθένεια νεαρών ενηλίκων, γιατί προσβάλλει κυρίως άτομα ηλικίας μεταξύ 25-35 ετών, με υψηλότερο επιπολασμό στις γυναίκες. Αποτελεί την κύρια αιτία αναπηρίας σήμερα. Το 2008, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) υπολόγισε τον παγκόσμιο διάμεσο επιπολασμό της σκλήρυνσης κατά πλάκας σε 30 περιπτώσεις ανά 100.000 άτομα. Ο επιπολασμός ποικίλλει σημαντικά σε διάφορες περιοχές: α) περιοχές με χαμηλό επιπολασμό (περίπου 5 περιπτώσεις ανά 100.000 άτομα στην Κεντρική Ασία), β) περιοχές με υψηλό επιπολασμό (Αυστραλία, Καναδάς, Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρώπη με περισσότερες από 60 περιπτώσεις ανά 100.000 τα άτομα). Σε παγκόσμια κλίμακα, η μέση ηλικία εμφάνισης της νόσου είναι τα 29 έτη (εύρος: 25ο έως 32ο έτος). Η νόσος εμφανίζεται αρχικά με μια υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα μορφή που χαρακτηρίζεται από απρόβλεπτα οξέα επεισόδια νευρολογικών συμπτωμάτων (υποτροπές), ακολουθούμενα από περιόδους ύφεσης κατά τις οποίες υπάρχει μερική ή πλήρης αποκατάσταση των ελλειμμάτων που προέκυψαν κατά την υποτροπή. Ωστόσο, καθώς η νόσος εξελίσσεται, οδηγεί σε μόνιμες νευρολογικές βλάβες. Περίπου το 75% των ασθενών θα αναπτύξει κλινικά σίγουρη σκλήρυνση κατά πλάκας μέσα σε περίπου 25 χρόνια, που χαρακτηρίζεται από σταδιακή αύξηση της αναπηρίας κατά τη διάρκεια των υποτροπών, ακολουθούμενη από επιδείνωση της αναπηρίας.  ΦΥΣΙΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ Η σκλήρυνση κατά πλάκας είναι μια φλεγμονώδης διαταραχή στην οποία η αυτοάνοση απόκκριση που στοχεύει τις πρωτεΐνες της μυελίνης στο ΚΝΣ οδηγεί στην καταστροφή του ελύτρου μυελίνης που περιβάλλει τους νευράξονες. Αυτές οι αυτοάνοσες διεργασίες διαμεσολαβούνται από αυτοαντιδραστικά λεμφοκύτταρα που ενεργοποιούνται, πολλαπλασιάζονται και ωριμάζουν στους λεμφαδένες. Στη συνέχεια, αυτά τα λεμφοκύτταρα εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος και διασχίζουν τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό, προκαλώντας εντοπισμένη φλεγμονή, απομυελίνωση, γλοίωση και απώλεια νευραξόνων. Αυτές οι παθολογικές αλλαγές, που απεικονίζονται ως βλάβες στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (ΚΝΣ) στην απεικόνιση μαγνητικού συντονισμού (MRI), χρησιμεύουν ως χαρακτηριστικά της νόσου. Η βλάβη των ιστών που προκύπτει από τη φλεγμονή εμφανίζεται στα αρχικά στάδια της νόσου και μπορεί, σε κάποιο βαθμό, να αντισταθμιστεί από ενδογενείς μηχανισμούς επιδιόρθωσης, όπως η επαναμυελίνωση και η αναδιαμόρφωση των νευραξόνων. Ωστόσο, καθώς η ασθένεια επιδεινώνεται, αυτές οι διαδικασίες αποκατάστασης του ΚΝΣ αρχίζουν να αποτυγχάνουν, οδηγώντας σε προοδευτικό, μη αναστρέψιμο νευροεκφυλισμό και αναπηρία. ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ Η καταστροφή του περιβλήματος μυελίνης γύρω από τους άξονες στα σημεία της βλάβης μπορεί τελικά να οδηγήσει σε αξονική τομή και να διαταράξει τη νευρική αγωγιμότητα. Τα επαναλαμβανόμενα φλεγμονώδη επεισόδια οδηγούν σε αθροιστική απώλεια νευραξόνων, η οποία σχετίζεται με την εμφάνιση μόνιμης αναπηρίας. Στα αρχικά στάδια της νόσου, υπάρχει επαναμυελίνωση από προγονικά κύτταρα ολιγοδενδροκυττάρων, τα οποία παράγουν μυελίνη, συμβάλλοντας έτσι στη μείωση της παθολογίας της νόσου. Ωστόσο, καθώς η σκλήρυνση κατά πλάκας εξελίσσεται, η επαναμυελίνωση μειώνεται, πιθανώς λόγω της εξάντλησης ή της ανεπαρκούς παραγωγής των πρόδρομων ολιγοδενδροκυττάρων που μπορούν να ωριμάσουν σε κύτταρα επαναμυελίνωσης. Αυτό το αυξημένο φορτίο της βλάβης οδηγεί σε μόνιμη απώλεια ιστού, όπως αντικατοπτρίζεται στις μαγνητικές τομογραφίες. Η αθροιστική επίδραση αυτών των νευροεκφυλιστικών αλλαγών είναι η προοδευτική, μη αναστρέψιμη ατροφία του εγκεφάλου, κοινό χαρακτηριστικό όλων των μορφών σκλήρυνσης κατά πλάκας. Ο όγκος του εγκεφάλου  μειώνεται κατά περίπου 0,5–1,35% ετησίως. Συγκριτικά, αυτό το ποσοστό σε υγιείς ενήλικες είναι περίπου 0,1–0,4%. ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ Τα κοινά συμπτώματα περιλαμβάνουν κινητικά προβλήματα όπως προβλήματα βάδισης και ισορροπίας, κόπωση, οπτική νευρίτιδα με συνοδευτικές οπτικές διαταραχές, προβλήματα ουροποιητικού και εντέρου και πόνο. Η πορεία των συμπτωμάτων τυπικά αποτελείται από δύο κύρια στάδια: ξαφνικά επεισόδια έξαρσης που διαρκούν από λίγες ημέρες έως μήνες, που αναφέρονται ως υποτροπές, ακολουθούμενα είτε από βελτίωση στο 85% των περιπτώσεων ή σταδιακή επιδείνωση με την πάροδο του χρόνου χωρίς περιόδους ανάρρωσης στο 10-15% περιπτώσεων ή συνδυασμός αυτών των δύο σεναρίων. Οι υποτροπές είναι συνήθως απρόβλεπτες. Ιογενείς λοιμώξεις όπως το κοινό κρυολόγημα, η γρίπη και η γαστρεντερίτιδα μπορούν να επιδεινώσουν την κατάσταση. Το άγχος μπορεί επίσης να προκαλέσει κρίση. Η εγκυμοσύνη μειώνει τον κίνδυνο υποτροπής, αλλά ο κίνδυνος αυξάνεται μετά τον τοκετό. ΑΙΤΙΕΣ Τα αίτια της σκλήρυνσης κατά πλάκας είναι άγνωστα. Πιστεύεται ότι προκύπτει από έναν συνδυασμό περιβαλλοντικών και μολυσματικών παραγόντων, μαζί με γενετικούς. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες, αλλά καμία δεν έχει αποδειχθεί. Η ασθένεια είναι πιο συχνή σε περιοχές μακριά από τον ισημερινό, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ευρώπη. Η μειωμένη έκθεση στο ηλιακό φως που οδηγεί σε μειωμένη παραγωγή βιταμίνης D έχει προταθεί ως εξήγηση για αυτήν τη γεωγραφική κατανομή. Θα εξηγήσω τον ρόλο αυτής της απαραίτητης βιταμίνης αργότερα σε αυτό το άρθρο. ΓΕΝΕΣΙΟΛΟΓΙΑ Δεν θεωρείται κληρονομική ασθένεια, αλλά μια σειρά από γενετικές παραλλαγές αυξάνουν τον κίνδυνο. Εάν επηρεάζονται και οι δύο γονείς, έχει αποδειχθεί στατιστικά ότι ο κίνδυνος για τα παιδιά τους είναι δέκα φορές μεγαλύτερος από αυτόν του γενικού πληθυσμού. Θα ήταν ακριβέστερο να πούμε ότι ακόμα δεν κατανοούμε πλήρως τους γενετικούς παράγοντες που σχετίζονται με τη σκλήρυνση κατά πλάκας. Στην περίπτωση των πανομοιότυπων διδύμων, και τα δύο αδέρφια επηρεάζονται στο 30% των περιπτώσεων, ενώ σε μη πανομοιότυπα δίδυμα, αυτό συμβαίνει στο 5% των περιπτώσεων. Συγκεκριμένα γονίδια που σχετίζονται με τη σκλήρυνση κατά πλάκας περιλαμβάνουν παραλλαγές στο αντιγόνο HLA των λευκών αιμοσφαιρίων. Αυτή η περιοχή HLA έχει επίσης εμπλακεί σε άλλες αυτοάνοσες ασθένειες όπως ο διαβήτης τύπου 1 και ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος. Συνολικά, έχει υπολογιστεί ότι οι αλλαγές HLA ευθύνονται για το 20 έως 60% της γενετικής προδιάθεσης. Οι σύγχρονες γενετικές μέθοδοι, όπως οι μελέτες συσχέτισης ολόκληρου του γονιδιώματος, έχουν εντοπίσει 12 επιπλέον γονίδια που αυξάνουν τον κίνδυνο πολλαπλής σκλήρυνσης. Ακόμη και μικροοργανισμοί έχουν ενοχοποιηθεί ως αιτία της σκλήρυνσης κατά πλάκας, καθώς και ιοί όπως ο ιός Epstein-Barr, γνωστός ως ιός λοιμώδους μονοπυρήνωσης. ΑΛΛΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ Το κάπνισμα, καθώς και το άγχος, είναι επίσης παράγοντες κινδύνου. Συνθήκες εργασίας, τοξίνες, πρόσληψη ορμονών και σίγουρα ΚΑΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ. ΘΕΡΑΠΕΙΑ Δεν υπάρχει γνωστή θεραπεία. Διάφορες μέθοδοι θεραπείας στοχεύουν στην αποκατάσταση της λειτουργίας μετά από ένα επεισόδιο και στην πρόληψη νέων επεισοδίων και αναπηρίας. Όπως κάθε ιατρική θεραπεία, τα φάρμακα που χορηγούνται σε άτομα με σκλήρυνση κατά πλάκας έχουν αρκετές παρενέργειες. Για αυτούς τους λόγους, πολλοί ασθενείς στρέφονται σε εναλλακτικές θεραπείες. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΒΙΤΑΜΙΝΗΣ D Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, πολλά άτομα που πάσχουν από σκλήρυνση κατά πλάκας και δεδομένου ότι δεν παρατηρούν καμία θεραπεία για τη νόσο (οι θεραπείες συχνά αντιμετωπίζουν τα συμπτώματα και συχνά είναι ανεπιτυχείς), στρέφουν την προσοχή και τις ελπίδες τους σε εναλλακτικές θεραπείες. Εδώ, θα διηγηθώ ένα περιστατικό που μου συνέβη πρόσφατα. Προσκλήθηκα να μιλήσω με το διοικητικό συμβούλιο του Συλλόγου Ασθενών με Σκλήρυνση κατά Πλάκας. Η συνάντηση έγινε στα γραφεία του συλλόγου, που βρίσκονται στο παλιό αεροδρόμιο (Χασάνι), όπου κάποτε βρισκόταν η αμερικανική βάση στο Ελληνικό. Τους μίλησα για το Ganoderma, γνωστό διεθνώς ως Reishi, και πώς μπορεί να τους βοηθήσει ως συμπλήρωμα διατροφής. Τους παρέπεμψα και στη διεθνή βιβλιογραφία για το θέμα. Επιπλέον, τόνισα πώς ένας συνδυασμός γανόδερμα, βιταμίνης D και ωμέγα-3 θα ήταν εξαιρετικά ωφέλιμος. Όταν τελείωσα, μια κυρία μου είπε ότι οι γιατροί τους επιτρέπουν τη χρήση «βοτάνων», αρκεί αυτά "να μη παρεμβαίνουν στη βιοχημεία του σώματος». Μένοντας εμβρόντητος εξήγησα ότι ο,τιδήποτε καταναλώνει ένας άνθρωπος, ακόμα και μια γουλιά νερό, μια μικρή μπουκιά ψωμί, ή μια κουταλιά του γλυκού γάλα, αυτό θα παρέμβει στη βιοχημεία του σώματος.  Τα ένζυμα θα συμμετέχουν στη διάσπασή του, τα θρεπτικά συστατικά αυτού του οτιδήποτε  θα εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος και τα υπόλοιπα θα αποβληθούν μέσω του πεπτικού σωλήνα, μεταξύ άλλων διεργασιών. Τους είπα επίσης ότι όταν ρωτάμε κάποιον για ένα θέμα, υπάρχουν δύο πιθανότητες: να γνωρίζει για τι πράγμα μιλάμε ή να μη γνωρίζει. Όσοι δεν ξέρουν καλά θα κάνουν να πουν «δεν ξέρω!». Όπως λέω σε όλες μου τις διαλέξεις, και έχω δώσει πολλές σε διάφορα μέρη της Ελλάδας για τις φαρμακολογικές ιδιότητες του Reishi (Γανόδερμα), για το οποίο έχω γράψει το βιβλίο "Ganoderma the Miraculous", www.ganodermathemiraculous.com , δεν υπάρχει τίποτα πιο ηθικό και αξιοθαύμαστο από το να πεις  «Εγώ αυτό δεν το  ξέρω». Κάνοντας αυτό, ανοίγει κανείς την πόρτα στη γνώση και έχει την ευκαιρία να μάθει ό,τι ήταν προηγουμένως άγνωστο. Δεν είμαι απολύτως σίγουρος αν η πρόταση της προαναφερθείσας κυρίας έγινε από πραγματικό γιατρό, αλλά αν ήταν, το θεωρώ απλώς απαράδεκτο. Εκατοντάδες χιλιάδες έγκριτοι επιστήμονες σε όλο τον κόσμο διεξάγουν σοβαρές μελέτες και πολλά πανεπιστήμια διεξάγουν έρευνες για τους προγόνους των φαρμακευτικών προϊόντων, που είναι βότανα. Αυτά τα βότανα έχουν εξελιχθεί σε φάρμακα. Δισεκατομμύρια άνθρωποι χρησιμοποιούν διάφορες εναλλακτικές μεθόδους θεραπείας, συχνά με σημαντικά αποτελέσματα. Φυσικά, αυτό είναι «δυσάρεστο» για τη φαρμακοβιομηχανία, αλλά δεν θα εμβαθύνουμε τώρα σε αυτή τη θλίψη. Θέλω να τονίσω ότι οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνονται και να έχουν τη δυνατότητα να αποφασίζουν ελεύθερα. Έχουν λόγο, ειδικά ως ασθενείς πρέεπι να έχουν επιλογή στη θεραπεία που θα ακολουθήσουν. Το γανόδερμα θα τους βοηθήσει, και θα το δουν πολύ σύντομα, με επιστημονικά στοιχεία. Το Ganoderma περιέχει μια πληθώρα συστατικών, από οργανικό γερμάνιο με τη μέγιστη οξυγόνωση των νευρικών κυττάρων έως τριτερπενοειδή που διεγείρουν τα ολιγοδενδροκύτταρα στην παραγωγή μυελίνης για επαναμυελίνωση. Σημαντικό ρόλο στη θεραπεία της σκλήρυνσης κατά πλάκας παίζει και η βιταμίνη D, η οποία είναι άφθονη στο Ganoderma. Ερευνητές από το Κέντρο Επιδιόρθωσης Μυελίνης της Εταιρείας Πολλαπλής Σκλήρυνσης του Κέιμπριτζ, καθώς και πολλοί άλλοι σε διάφορες πανεπιστημιακές κλινικές (διαβάστε περισσότερα σχετικά με το θέμα), παρατήρησαν ότι οι υποδοχείς της βιταμίνης D συνδέονται με μια πρωτεΐνη που ονομάζεται γάμμα υποδοχέας RXR, γνωστή για τη συμμετοχή της σε επιδιόρθωση μυελίνης. Με την προσθήκη βιταμίνης D στα βλαστοκύτταρα του εγκεφάλου όπου υπήρχαν πρωτεΐνες RXR, παρατηρήθηκε ότι ο ρυθμός παραγωγής ολιγοδενδροκυττάρων, υπεύθυνος για την επαναμυελίνωση των κατεστραμμένων νευραξόνων στο κεντρικό νευρικό σύστημα και στο νωτιαίο μυελό, αυξήθηκε σημαντικά. Μια άλλη μελέτη που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins επιβεβαιώνει ότι η βιταμίνη D μπορεί είτε να αποτρέψει είτε να ανακουφίσει τα συμπτώματα των νευροεκφυλιστικών ασθενειών. Αυτή η έρευνα βασίστηκε στην παρατήρηση ότι χώρες με ελάχιστο ηλιακό φως και, κατά συνέπεια, ανεπάρκεια σε βιταμίνη D, έχουν επίσης αυξημένα περιστατικά σκλήρυνσης κατά πλάκας. Ωστόσο, το γεγονός ότι η χώρα μας δέχεται άφθονο ηλιακό φως όλο το χρόνο δεν μας καθησυχάζει. Σε μια  μελέτη που πραγματοποίησα με το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο (Μάρτιος - Μάιος 2016), μετρήσαμε τα επίπεδα βιταμίνης D σε 26 εθελοντές. Μεταξύ των 26 δειγμάτων, τα 18 είχαν πολύ χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D, τα 5 είχαν χαμηλά επίπεδα και μόνο τα 3 είχαν επίπεδα που πλησίαζαν τα φυσιολογικά όρια. Επομένως, στη χώρα μας, μια σημαντική μερίδα του πληθυσμού έχει πολύ χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D. Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους. Πρώτον, για να παράγουμε βιταμίνη D στο σώμα μας, η έκθεση στο ηλιακό φως είναι απαραίτητη. Δεκαπέντε έως είκοσι λεπτά την ημέρα αρκούν για να ικανοποιηθεί αυτή η απαίτηση. Το καλοκαίρι στη χώρα μας αυτό είναι εφικτό, αν και όχι χωρίς τους γνωστούς κινδύνους που μπορεί να απειλήσουν την υγεία μας (π.χ. κακόηθες μελάνωμα λόγω υπερβολικής έκθεσης στον ήλιο). Ωστόσο, κατά τη διάρκεια του χειμώνα, πολλοί άνθρωποι το παραμελούν αυτό. Και εδώ να τονίσουμε ότι στη φύση δεν υπάρχει βιταμίνη D σε καμία τροφή, αλλά μόνον η D3, η οποία θα μετατραπεί σε βιταμίνη D με την ηλιακή ακτινοβολία. Έτσι αν δεν φάμε D3, δεν έχουμε D. Kαι επειδή η χοληκαλσιφερόλη ή αλλοιώς D3 υπάρχει σε ψάρια και στο κρόκο των αυγών κυρίως, δεν είναι εύκολο να φάμε 12-14 μερίδες εβδομαδιαίως, και άρα καθίσταται ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ ένα συμπλήρωμα διατροφής με βιταμίνη D. Να αναφέρω επίσης ότι μετά τις αρχικές εργαστηριακές μετρήσεις των 26 εθελοντών (όλες γυναίκες), τους δόθηκε ειδική διατροφή με βάση τα μανιτάρια, τα οποία είναι γνωστό ότι περιέχουν μεγάλες ποσότητες βιταμίνης D. Μετά από 2 μήνες, αύξηση των επιπέδων βιταμίνης D στον ορό των εθελοντών παρατηρήθηκε, από 18% έως 82%. *** ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΒΙΤΑΜΙΝΗ D Η βιταμίνη D είναι μια στεροειδής ορμόνη που παίζει καθοριστικό ρόλο στην εντερική απορρόφηση του ασβεστίου και στη ρύθμιση της ομοιόστασης ασβεστίου-φωσφόρου. Βοηθά στη διατήρηση των φυσιολογικών επιπέδων ασβεστίου και φωσφόρου μέσα στο σώμα. Ο ρόλος της επεκτείνεται στον σχηματισμό και τη διατήρηση γερών και υγιών οστών, καθώς και στην υποστήριξη της νευρομυϊκής λειτουργίας. Επιπλέον, έχει σημαντικές επιπτώσεις σε όλα σχεδόν τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος. Η ανεπάρκεια βιταμίνης D έχει συνδεθεί με ένα ευρύ φάσμα ασθενειών, συμπεριλαμβανομένων των καρδιακών παθήσεων, της υπέρτασης, του διαβήτη και του καρκίνου. Η βιταμίνη D είναι μια λιποδιαλυτή βιταμίνη που συντίθεται στο δέρμα κατά την έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία. Ωστόσο, η έκθεση στον ήλιο μπορεί να επηρεαστεί από παράγοντες όπως η εποχή, η ώρα της ημέρας, η γεωγραφική θέση, ο τύπος δέρματος, η χρήση αντηλιακού και η ηλικία. Λιγότερο από το 10% της βιταμίνης D μας προέρχεται από διατροφικές πηγές, κυρίως όταν συμπληρώνεται μέσω συμπληρωμάτων διατροφής. Ορισμένα τρόφιμα είναι πλούσια σε βιταμίνη D, όπως ο σολομός, το σκουμπρί, η ρέγγα, οι σαρδέλες και ο τόνος, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, οι κρόκοι αυγών, το μοσχαρίσιο συκώτι και κυρίως τα μανιτάρια. Αξίζει να σημειωθεί ότι μια πρόσφατη μελέτη διαπίστωσε ότι η λήψη βιταμίνης D με χυμό πορτοκαλιού θα μπορούσε να οδηγήσει σε έως και πέντε φορές υψηλότερα επίπεδα ορού σε σύγκριση με τη λήψη με γάλα. Η καθημερινή έκθεση στο φως του ήλιου για λίγα λεπτά μπορεί να καλύψει τις ημερήσιες ανάγκες του οργανισμού σε βιταμίνη D. Η έκθεση για 15-20 λεπτά στον ήλιο μεταξύ 10 π.μ. και 2 μ.μ., χωρίς αντηλιακό, τρεις φορές την εβδομάδα, είναι επαρκής για να παρέχει στον οργανισμό μας την απαραίτητη βιταμίνη D. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το σώμα μπορεί να παράγει 10.000 έως 20.000 διεθνείς μονάδες (IU) βιταμίνης D. Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι δεν εκτίθενται επαρκώς στον ήλιο κατά τους χειμερινούς μήνες. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να μετρηθούν τα επίπεδα βιταμίνης D στο σώμα, μέσω μιας δοκιμής που ονομάζεται ολική βιταμίνη D [25(OH)D], για την πρόληψη προβλημάτων υγείας που σχετίζονται με την ανεπάρκεια. Τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D μπορεί να προκύψουν από ανεπαρκή ηλιακή ακτινοβολία, διατροφική ανεπάρκεια, κακή απορρόφηση βιταμινών ή διαταραχές στον μεταβολισμό των στερολών στο ήπαρ. Δεν συνιστάται η μέτρηση των επιπέδων 1,25-διυδροξυβιταμίνης D για την ανίχνευση ανεπάρκειας βιταμίνης D, καθώς αυτά τα επίπεδα μπορεί να είναι παραπλανητικά φυσιολογικά σε άτομα με σημαντική ανεπάρκεια βιταμίνης. Η παχυσαρκία, μεταξύ άλλων σοβαρών προβλημάτων υγείας, έχει αποδειχθεί ότι προκαλεί ανεπάρκεια βιταμίνης D. Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι κάθε 10% αύξηση του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) οδηγεί σε περαιτέρω μείωση κατά 4% της διαθέσιμης βιταμίνης D στο σώμα. Τα άτομα που πρέπει να υποβληθούν σε έλεγχο επιπέδου βιταμίνης D περιλαμβάνουν άτομα με υποψία ανεπάρκειας (π.χ. άτομα με επίμονο, μη ειδικό μυοσκελετικό πόνο, ραχίτιδα, οστεομαλακία, οστεοπόρωση, χρόνια νεφρική νόσο, ηπατική ανεπάρκεια, σύνδρομα δυσαπορρόφησης, υπερπαραθυρεοειδισμό). Επιπρόσθετα, έγκυες ή θηλάζουσες γυναίκες, ηλικιωμένοι ενήλικες με ιστορικό μη τραυματικών καταγμάτων, παχύσαρκα άτομα, άτομα που μένουν στο σπίτι και βρέφη που θηλάζουν από μητέρες με ανεπάρκεια βιταμίνης D θα πρέπει να ελέγχονται. Επίσης, άτομα που λαμβάνουν φάρμακα που σχετίζονται με μειωμένα επίπεδα βιταμίνης D, όπως αντιεπιληπτικά, γλυκοκορτικοειδή, αντιμυκητιακά και χολεστυραμίνη, καθώς και ΟΛΟΙ οι ασθενείς με σκλήρυνση κατά πλάκας. Φυσιολογικές τιμές βιταμίνης D σε ng/ml ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ εύρος τιμών Ανεπάρκεια < 11,0 Ανεπάρκεια 11,0 – 29,0 Επάρκεια 30,0 – 100 Τοξικότητα > 100 Γεράσιμος Τσιώλης, Διδάκτωρ Βιοχημείας Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, Ιταλία   ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ** Σύμφωνα με τα υπάρχοντα δεδομένα, έχει παρατηρηθεί ότι το 33% των ατόμων που ελέγχθηκαν στα εργαστήρια Quest Diagnostics στις ΗΠΑ είχαν ανεπάρκεια βιταμίνης D, ενώ το 60% είχε είτε ελλιπή είτε κατώτερα επίπεδα. Στη χώρα μας, παρά την άφθονη ηλιοφάνεια για 300 ημέρες το χρόνο, η συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών και πολλοί άνδρες έχουν ανεπάρκεια βιταμίνης D. ***Στοιχεία από μελέτη που διεξήχθη από τα ιατρικά εργαστήρια «In Vitro», σε συνεργασία με το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Learn More
Dietary Supplements: Are They Necessary?
  • Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο:
  • Τα σχόλια του άρθρου μετράνε: 0
Συμπληρώματα Διατροφής: Είναι απαραίτητα;
21 Σεπτεμβρίου Εύλογο το ερώτημα μιας και πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τα βότανα αλλά και τα συμπληρώματα διατροφής. Σήμερα, με τους ρυθμούς που ζούμε, τα πράγματα έχουν αλλάξει σε μια πορεία που δεν είναι ό,τι καλύτερο για την υγεία μας. Η σκληρή δουλειά, σε συνθήκες διόλου ευνοΪκές για τον εργαζόμενο, το στρες, η κακή διατροφή, η όλο και περισσότερο καθιστική ζωή, και γιατί όχι, ένα ”κακό” και εχθρικό προς τον πολίτη Σύστημα Υγείας, καθώς και τα τεράστια οικονομικά προβλήματα που μονίμως έχουν όλες οι χώρες του κόσμου (γιατί άραγε;), αποτελούν παράγοντες υψηλού κινδύνου για την υγεία μας. Συμπτώματα όπως κόπωση, ζάλη, έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης, απώλεια όρεξης ή βουλιμία, ημικρανίες, δυσκοιλιότητα, στυτική δυσλειτουργία και μηδενική libido, μας κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Είναι σημάδια πως έχει αρχίσει η χρόνια φλεγμονή μέσα μας, μια δυσάρεστη κατάσταση που ο ΠΟΥ (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας) χαρακτηρίζει ως “την πιο σοβαρή νόσο του πλανήτη”’, γιατί αυτή μας γερνάει και θα μας κάνει να αρρωστήσουμε από καρδιαγγειακά, καρκίνο, άνοια, Alzheimer και άλλα. Ας δώσουμε προσοχή, γιατί ο οργανισμός είναι μια καλοκουρδισμένη μηχανή και δεν ”παραπονιέται” τυχαία. Κι αυτό το νοιώθει ο καθένας μας. Ας μην αγνοήσουμε λοιπόν τον επερχόμενο για τη ζωή μας κίνδυνο. Το σώμα μας μας μιλάει, ας μάθουμε να το ακούμε. Και πρωτίστως ας προσέξουμε τη διατροφή μας. Είναι το Α και το Ω για την καλή κατάσταση της υγείας μας. Η βιομηχανοποιημένη τροφή, η λανθασμένη προετοιμασία των γευμάτων ακόμη και στο σπίτι μας, οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιούμε για το φαγητό μας που δεν είναι ό,τι καλύτερο σήμερα, π.χ. τα περισσότερα άλευρα έχουν αποφλοιωθεί, και αυτή η διαδικασία μας στερεί το σύμπλεγμα των βιταμινών Β, που είναι σημαντικότατες για τον οργανισμό μας. Μας στερεί ακόμα τις φυτικές ίνες που υπάρχουν στον φλοιό των δημητριακών, που τις περιμένει με ”λαχτάρα” το έντερό μας. Επίσης η έλλειψη πραγματικά φρέσκων λαχανικών και φρούτων, η αυξανόμενη κατανάλωση σε κόκκινο κρέας και λιπαρές τροφές, μας οδηγούν σε μια άλλη φιλοσοφία. Να βρούμε τρόπους να βελτιώσουμε τη διατροφή μας. Εφ’ όσον λοιπόν λείπουν από το πιάτο μας βασικά συστατικά καθώς ανέφερα παραπάνω, πρέπει να ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΟΥΜΕ αυτά τα συστατικά , όσο αυτό είναι δυνατόν. Η απάντηση λοιπόν στο ερώτημα είναι αυτονόητη: ΤΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ!!! Και εδώ, ας μη χαθούμε στον κυκεώνα του τι είναι απαραίτητο και τι όχι.Πρώτα και κύρια είναι τα σκευάσματα με αντιφλεγμονώδη δράση, για να προστατευτούμε από τη χρόνια φλεγμονή που μόλις αναφέραμε. Πράγματι, στο φαρμακείο σας αν θέλετε να ψάξετε για συμπληρώματα διατροφής, θα αντικρύσετε αμέτρητα σκευάσματα που πιθανόν να σας επιφέρουν σύγχυση. Τι απ ΄όλα αυτά πρέπει να πάρω; Ποια είναι όντως απαραίτητα; Εδώ έχετε σύμμαχο τον φαρμακοποιό σας που είναι ο ειδικός επιστήμονας για να σας συμβουλεύσει αναλόγως. Έχει τις γνώσεις να σας καθοδηγήσει ορθά, κυρίως γιατί γνωρίζει τη Βιοχημεία. Τι γίνεται δηλαδή στον οργανισμό μας όταν εισέρχεται κάποια τροφή, αλλά και την χημεία της κάθε τροφής. Αυτός, περισσότερο από τον γιατρό, ακριβώς για τους λόγους που ανέφερα, είναι ο ειδικός. Τρεις είναι οι απαραίτητες ουσίες που χρειάζεται να παίρνουμε σε συπληρώματα. Ούτε δεκατρείς, ούτε εκατόν τρείς. Η βιταμίνη C, τα Ω3,και η βιταμίνη D. Tα δύο πρώτα σε καθημερινή βάση, τη δε βιταμίνη D κατά διαστήματα. Και οι 3 αυτές ουσίες έχουν ισχυρή αντιφλεγμονώδη και ανοσοενισχυτική δράση. Ο οργανισμός μας χρειάζεται 1-2 γραμμάρια βιταμίνης C ημερησίως. Επειδή ο άνθρωπος δεν βιοσυνθέτει αυτή τη βιταμίνη στον οργανισμό του, χρειάζεται να την πάρει έτοιμη από την Φύση ή από συμπληρώματα. Από την Φύση είναι σχεδόν αδύνατο ο άνθρωπος να πάρει 1 γραμμάριο την ημέρα βιταμίνης C. Αυτό γίνεται εύκολα κατανοητό αν μάθουμε πως ένα πορτοκάλι, αν το κόψουμε τώρα από την πορτοκαλιά, περιέχει περίπου 50 μικρογραμμάρια βιταμίνης C. Με 20 λοιπόν πορτοκάλια καλύπτουμε την ημερήσια ανάγκη μας. Το ερώτημα είναι, μπορούμε να τρώμε 20 πορτοκάλια κάθε μέρα; Noμίζω πως όχι. Άρα παίρνουμε ένα συμπλήρωμα διατροφής που να έχει την ανάλογη περιεκτικότητα σε βιταμίνη C. Tα Ω3 είναι κι αυτά απαραίτητα σε καθημερινή βάση.(Είναι η ισχυρότερη αντιφλεγμονώδης ουσία της Φύσης). Η ημερήσια δόση είναι 2-3 γραμμάρια την ημέρα. Δεν πρόκειται ποτέ να την έχουμε απλά καταναλώνοντας ψάρια, γιατί τότε θα έπρεπε να τρώμε 12-14 μερίδες την εβδομάδα, πράγμα αδύνατον. Άρα το δεύτερο συμπλήρωμα που θα πρέπει να αγοράσουμε είναι τα Ω3. Μια προσοχή εδώ, επειδή το λάδι των ψαριών όπου περιέχονται τα Ω3 περιέχει βαρέα μέταλλα, τα οποία θα μας κάνουν μεγάλη ζημιά αν τα φάμε, κοιτάμε να γράφει η ετικέττα του σκευάσματος που επιλέγουμε την φράση ”ΜΟΡΙΑΚΑ ΑΠΕΣΤΑΓΜΕΝΟ”. Η Μοριακή απόσταξη απαλάσσει το ιχθυέλαιο από τα βαρέα μέταλλα, όπως είναι ο υδράργυρος, ο μόλυβδος, το κάδμιο, το εξασθενές χρώμιο, οι πάσης φύσεως διοξίνες και άλλα. Επίσης καλό είναι να προτιμάμε το συμπλήρωμα Ω3 που θα πάρουμε να είναι φτιαγμένο από αφρόψαρα, όπως είναι οι σαρδέλλες και οι αντζούγες (γαύρος), που δεν πάνε στο βυθό της θάλασσας, όπου εκεί συσσωρεύονται τα βαρέα μέταλλα. (Ganophen Ω3) Τώρα, η βιταμίνη D. Περιέργως, αν διαβάσει μια οποιαδήποτε σχετική μελέτη κάποιος, εύκολα αντιλαμβάνεται πως οι περισσότεροι Έλληνες έχουμε έλλειψη σε αυτήν την πολύ σημαντική βιταμίνη. Και απευθυνθείτε στον βιοπαθολόγο σας για να το διαπιστώσετε. Με φυσιολογικές τιμές από 30-100 ng/ml, οι περισσότεροι από εμάς θα έχουν μεταξύ 15 και 20. Το ίδιο ισχύει και για τους Ιταλούς, Ισπανούς. Χώρες δηλαδή με μεγάλη ηλιοφάνεια. Γιατί συμβαίνει αυτό; ΜΑ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΤΡΕΦΟΜΑΣΤΕ ΣΩΣΤA; Η βιταμίνη D, δεν υπάρχει στη Φύση. Υπάρχει η ”προβιταμίνη” D ή καλύτερα D3 ή χοληκαλσιφερόλη, η οποία μετατρέπεται σε βιταμίνη D μέσα στον οργανισμό μας με την υπεριώδη ακτινοβολία του ήλιου. Πρέπει να συμβούν 2 πράγματα, α) να τρώμε τροφές που έχουν βιταμίνη D3 (λιπαρά ψάρια όπως σαρδέλλες, σκουμπρί σολωμό), κρόκο αυγών και μανιτάρια. Αυτά θα μας δώδουν την απαραίτητη D3. Και β) πρέπει να μετατραπεί η D3 σε D, και για να γίνει αυτό πρέπει να μείνουμε και στον ήλιο. Η υπεριώδης ακτινοβολία του ήλιου είναι αυτή που θα μετατρέψει στο δέρμα μας την D3 σε D. Αρκούν 3-4 εικοσάλεπτα την εβδομάδα (έστω και με γυμνά τα μπράτσα μας) όταν ο ήλιος είναι κάθετος , για να βιοσυνθέσει ο οργανισμός μας όση βιταμίνη μας χρειάζεται. Γι αυτό μας χρειάζεται ένα συμπλήρωμα βιταμίνης D, ιδιαίτερα το φθινόπωρο και τον χειμώνα. Εδώ να προσέξουμε στο σκεύασμα που θα επιλέξουμε να υπάρχουν 4000-5000 μονάδες βιταμίνης D3, γιατί αλλοιώς πάλι δεν μας φτάνει.  Αποδείξαμε λοιπόν πως τα συμπληρώματα διατροφής είναι ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ για την καλή λειτουργία του οργανισμού μας. Πλάι σε αυτά τα 3 βασικά συμπληρώματα διατροφής, θα συμπλήρωνα πως χρειάζεται κάτι ακόμα. Αυτό το κάτι θέλει διάβασμα και ψάξιμο όμως. Είναι ένας ”σύμμαχος” που μας φροντίζει καθημερινά όσον αφορά στις αντοχές που έχουμε σαν άνθρωποι. Μας βοηθάει να αντέχουμε. Αναφέρομαι σε κάποια σκευάσματα που ακούνε στο όνομα ΑΝΟΣΟΕΝΙΣΧΥΤΙΚΑ. Είναι ουσίες φυσικές που κρατούν το Ανοσοποιητικό μας Σύστημα, δηλαδή την άμυνα του οργανισμού μας σε πολύ καλή κατάσταση. Έτσι ο οργανισμός μας μπορεί να αντιμετωπίσει ικανοποιητικά κάθε εισβολέα που θα απειλήσει σοβαρά την υγεία μας, είτε αυτός είναι μικρόβιο, ιός, τοξική ουσία, παράσιτο ή άλλο. Και εδώ, θεωρώ άδικο να μην αναφερθώ στο Γανόδερμα. Διαβάστε από μόνοι σας και επιλέξτε αυτό το κάτι για την ενίσχυση του Ανοσοποιητικού σας. ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟ ! Παράλληλα με αυτά τα ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ που σας περιέγραψα παραπάνω, υπάρχουν πολλά σκευάσματα που ανταποκρίνονται στις προσωπικές υγειονομικές ανάγκες του καθενός. Υπάρχουν σκευάσματα θεραπευτικά με πολύ καλά αποτελέσματα. Εμπιστευτείτε τα , και να θυμάστε πως τα φάρμακα προέρχονται από τα βότανα, που δεν έχουν παρενέργειες ή ελάχιστες, ενώ τα φάρμακα έχουν πολλές ανεπιθύμητες ενέργειες, που πολύ ”έξυπνα” μας κρύβει η φαρμακοβιομηχανία.! ***Σημείωση εξαιρετικού ενδιαφέροντος Ακούμε συχνά την ερώτηση ” να πάρω ένα πολυβιταμινούχο σκεύασμα;” Αν πάρετε, μπείτε στον κόπο να ελέγξετε την ετικέτα με τα συστατικά. Θα διαπιστώσετε πως περιέχουν πληθώρα βιταμινών και ιχνοστοιχείων πράγματι, αλλά σε περιεκτικότητες τόσο απειροελάχιστες, που απέχουν έτη φωτός από τη Ημερήσια Αναγκαία Δόση, και άρα δεν έχουν καμιά αξία. Αυτό ισχύει για την συντριπτική πλειοψηφία των πολυβιταμινούχων συμπληρωμάτων διατροφής.   Δρ. Γεράσιμος Τσιώλης, Διδάκτωρ Βιοχημείας Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, ΙταλίαΣυγγραφέας των βιβλίων «Γανόδερμα το Θαυματουργό», «Γλυκόζη Φίλος & Εχθρός»CEO & Scientific Director της GANOPHARM HELLAS
Learn More
B12: the “Achilles Heel” of Vegetarians and Vegans
  • Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο:
  • Τα σχόλια του άρθρου μετράνε: 0
Β12: η «Αχίλλειος πτέρνα» των χορτοφάγων και των βίγκαν
21 Σεπτεμβρίου Η βιταμίνη Β12 είναι υπεύθυνη για ένα ευρύ φάσμα λειτουργιών στο σώμα μας, συμπεριλαμβανομένου του μεταβολισμού πρωτεϊνών, λιπιδίων και υδατανθράκων, καθώς και για την καλή λειτουργία του νευρικού συστήματος. Παίζει ρόλο στη σύνθεση της αιμοσφαιρίνης και την παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων, την απορρόφηση σιδήρου, την έκκριση ορμονών των επινεφριδίων όπως η κορτιζόλη, η αλδοστερόνη, η αδρεναλίνη και η νοραδρεναλίνη, η θειική δεϋδροεπιανδροστερόνη και η διατήρηση των επιπέδων της βιταμίνης Α στους ιστούς. Συμβάλλει επίσης στην υγιή λειτουργία του πεπτικού συστήματος. Η βιταμίνη Β12 μπορεί να ληφθεί από τη διατροφή μας ή να παραχθεί από τη φυσιολογική χλωρίδα στο τελευταίο τμήμα του λεπτού εντέρου ενός ατόμου με καλή λειτουργία του εντέρου. Μετά την ηλικία των 50 ετών, το 10-30% του πληθυσμού εμφανίζει μείωση των επιπέδων Β12, ανεξάρτητα από τις διατροφικές του συνήθειες, υποδηλώνοντας πρόβλημα ατελούς απορρόφησης ή συνεχούς μείωσης της Β12. Η Β12 υπάρχει σε τροφές ζωικής προέλευσης (κρέας, ψάρι, γαλακτοκομικά, αυγά), ενώ ουσιαστικά απουσιάζει στον φυτικό κόσμο. Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί πώς το αποκτούν φυτοφάγα ζώα όπως οι αγελάδες, οι κατσίκες και τα κουνέλια. Οι ποσότητες Β12 στους ιστούς αυτών των ζώων δεν προέρχονται από τη διατροφή τους με βάση τα φυτά, αλλά από τα βακτήρια που υπάρχουν στην επιφάνεια της Γης, τα οποία αποικίζουν τη βακτηριακή τους χλωρίδα, συνθέτοντας αυτή την πολύτιμη βιταμίνη. Γιατί η βακτηριακή χλωρίδα των ζώων παράγει πολύ περισσότερη Β12 από αυτή των ανθρώπων; Μια πιθανή απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι ότι τα φυτοφάγα ζώα τρώνε φυτά που δεν έχουν πλυθεί καλά και προέρχονται απευθείας από το έδαφος ή από μια τροφοδοσία πολύ κοντά στο έδαφος. Αντίθετα, οι άνθρωποι πλένουν και καθαρίζουν σχολαστικά την τροφή τους για λόγους υγιεινής ή καταναλώνουν τρόφιμα που έχουν υποστεί βιομηχανική επεξεργασία, γεγονός που μειώνει περαιτέρω την ήδη ελάχιστη περιεκτικότητα σε Β12 σε άγρια ​​φυτά ή βιολογικά καλλιεργημένα προϊόντα. Δεδομένου ότι η σύγχρονη γεωργία σήμερα καθιστά τα τρόφιμα σχεδόν εντελώς απαλλαγμένα από βακτήρια, ένας χορτοφάγος ή vegan πρέπει να είναι προσεκτικός ώστε να μην κινδυνεύει με μεσοπρόθεσμη έως μακροπρόθεσμη ανεπάρκεια Β12. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ Β12 Τιμές πάνω από 200 pg/ml (ή 150 pmol/l) θεωρούνται φυσιολογικές, ενώ τα επίπεδα Β12 κάτω από 80 pg/ml (ή 60 pmol/l) αποτελούν βέβαιο σημάδι ανεπάρκειας Β12. Οι τιμές αναφοράς ποικίλλουν ανάλογα με τη μεθοδολογία του κλινικού εργαστηρίου, τις μονάδες αναφοράς και επίσης επειδή ορισμένες τιμές αναφοράς έχουν μεγαλύτερη στατιστική σημασία από ό,τι η φυσιολογική-παθολογική σημασία. Για να φτάσετε σε μια πολύ σοβαρή ανεπάρκεια Β12, η ​​διαδρομή είναι κάπως μακρά και πάντα εξαρτάται από το άτομο. Εδώ, πρέπει να καταλάβουμε τι κάνει μια ανεπάρκεια Β12 στο σώμα μας. Οι συνέπειες περιλαμβάνουν κυρίως αιματολογικές παθήσεις (π.χ. μεγαλοβλαστική αναιμία) αλλά και παθήσεις του νευρικού συστήματος, τόσο του κεντρικού όσο και του περιφερικού. Μια ανεπάρκεια σε Β12, μαζί με ανεπάρκεια σε φολικό ή φολινικό οξύ, προκαλεί, μεταξύ άλλων, αύξηση της ομοκυστεΐνης, ενός δείκτη της καρδιαγγειακής λειτουργίας πιο σημαντικό από την LDL ή την «κακή» χοληστερόλη. Η επιστημονική βιβλιογραφία δείχνει ότι η ανεπάρκεια Β12 σχετίζεται με διάφορες νευρολογικές και ψυχιατρικές διαταραχές, επιπλοκές κατά την εγκυμοσύνη, νεογνικές δυσπλασίες, οστεοπόρωση και άλλα. Η κατάσταση της Β12 στο σώμα μας γίνεται εμφανής μέσω εξειδικευμένων εξετάσεων αίματος που περιλαμβάνουν επίπεδα Β12, φυλλικό οξύ ορού, φυλλικό οξύ των ερυθρών αιμοσφαιρίων, ομοκυστεΐνη και εξέταση αίματος. ΤΙΜΕΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ B12: 204 – 1130 pg/ml Φολικό οξύ ορού (Φολικό): 7 - 28 nmol/l Φολικό οξύ (ερυθροκύτταρα): 572 – 1988 pg/ml Ομοκυστεΐνη: < 10,0 mcmol/l Μια ανεπάρκεια στη Β12 μπορεί επίσης να ανιχνευθεί μέσω εξειδικευμένης ανάλυσης αίματος ή ούρων μετρώντας τα επίπεδα του ΜΜΑ (μεθυλομαλονικό οξύ), μιας ουσίας που η Β12 μεταβολίζεται γρήγορα. Τα αυξημένα επίπεδα ΜΜΑ υποδηλώνουν αναμφίβολα ανεπάρκεια Β12. Δυστυχώς, αυτή η ανάλυση δεν είναι ακόμη διαθέσιμη στα ελληνικά εργαστήρια. Επομένως, αυτή η παράμετρος δεν ισχύει αυτήν τη στιγμή. Η Β12 είναι το αδύναμο σημείο, ίσως το μοναδικό, σε μια αποκλειστικά φυτική διατροφή. Η συζήτηση για αυτό το θέμα έχει ανάψει παγκοσμίως μεταξύ των υποστηρικτών και των αντιπάλων μιας vegan διατροφής. Η ADA (American Dietetic Association) έχει λάβει σαφή θέση ότι οι χορτοφάγοι δεν έχουν προβλήματα, αλλά πρέπει να λαμβάνουν συμπληρώματα. Δηλώνουν, "Καμία φυτική τροφή δεν έχει τίποτα άλλο εκτός από ελάχιστες ποσότητες ενεργού Β12. Τρόφιμα όπως η σπιρουλίνα και διάφορα φύκια δεν είναι σοβαρές πηγές Β12. Οι χορτοφάγοι Lacto-ovo λαμβάνουν σημαντική Β12 από γαλακτοκομικά προϊόντα και αυγά." Δεδομένου ότι η ADA είναι ένας οργανισμός που έχει επιδείξει μια σοβαρή προσέγγιση στις επιλογές των χορτοφάγων και των vegans, θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Ωστόσο, το θέμα απαιτεί ακόμη περαιτέρω διερεύνηση αφού υπάρχουν θέσεις με διαφορετικές απόψεις για αυτό που δικαιωματικά αποκαλείται «αχίλλειος πτέρνα» των vegans. Γενικά, οι ερευνητές συμφωνούν ότι το σώμα χρειάζεται ημερήσια δόση 2-3 μg (μικρογραμμάρια) Β12. (1 μg = 1 εκατομμυριοστό του γραμμαρίου). Όσοι καταναλώνουν κρέας, ψάρι ή γαλακτοκομικά έχουν απόθεμα, αποθήκευση 2000 – 5000 μg, δηλαδή 2-5 mg, κυρίως στο συκώτι, και θα χρειαστούν τουλάχιστον 3 χρόνια για να εξαντληθεί αυτό το απόθεμα. Για να το θέσουμε σε μια προοπτική, αν είχαμε 1 γραμμάριο αποθηκευμένης Β12, θα μας διαρκούσε για 600 χρόνια. Υπάρχουν περιπτώσεις βίγκαν που δεν έχουν βιώσει ανεπάρκεια Β12 ακόμη και μετά από 30 χρόνια. Γενικά, μετά από 3-5 χρόνια μιας αμιγώς φυτικής διατροφής, τα επίπεδα Β12 αρχίζουν να πέφτουν. Σε ορισμένα άτομα, αυτό μπορεί να συμβεί λίγο νωρίτερα. ΟΠΟΙΟΣ ΕΠΙΛΕΞΕΙ ΝΑ ΤΡΩΕΙ ΜΟΝΟ ΦΥΤΙΚΑ ΤΡΟΦΙΜΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΛΑΥΣΕΙ ΟΛΑ ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΜΙΑΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΦΥΤΙΚΗΣ ΔΙΑΙΤΑΣ. Η τέλεια δίαιτα, αν υπήρξε ποτέ, δεν υπάρχει πια σήμερα. Μπορούμε να μιλήσουμε για μια καλύτερη διατροφή, αυτή που μας δίνει τα καλύτερα πλεονεκτήματα και τα λιγότερα προβλήματα. Αυτό ισχύει σίγουρα για μια φυσική διατροφή που βασίζεται σε φυτικές τροφές. ΤΡΟΦΙΜΑ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ Β12 Κρέας – Ψάρι – Θαλασσινά – Αυγά (κρόκοι) – Γαλακτοκομικά (κυρίως τυριά και γιαούρτι) Τροφές εμπλουτισμένες σε Β12 για χορτοφάγους (κυρίως δημητριακά) ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΝΔΕΙΚΝΟΥΝ ΠΙΘΑΝΗ ΕΛΛΕΙΨΗ Β12 Συνεχής κόπωση, αδυναμία και αίσθηση σαν καρφίτσες Ωχρότητα και κιτρίνισμα του δέρματος Συνεχής ζάλη Απώλεια της αίσθησης γεύσης στη γλώσσα (αδυναμία αναγνώρισης γεύσεων) Αισθήματα λύπης και άγχους (οι ορμόνες που είναι υπεύθυνες για την ευτυχία ή οι νευροδιαβιβαστές, η σεροτονίνη και η ντοπαμίνη, καθίστανται ανενεργές) Σοβαρές νευρολογικές διαταραχές Προβλήματα όρασης και ακοής ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΟΔΗΓΟΥΝ ΣΕ ΕΛΛΕΙΨΗ Β12 Κατανάλωση αντιοξειδωτικών Ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού στην περιοχή του πυλωρού Γαστρικές παρεμβάσεις που επηρεάζουν τους μηχανισμούς του πεπτικού συστήματος Αυξημένη κατανάλωση καφέ (4 φλιτζάνια την ημέρα) Ενδογενής Παράγοντας (Γλυκοπρωτεΐνη που παράγεται από τα βρεγματικά κύτταρα του στομάχου που είναι υπεύθυνα για την απορρόφηση της Β12 στο λεπτό έντερο). Πόση Β12 πρέπει να λαμβάνουμε με συμπληρώματα Οι περισσότερες μελέτες σχετικά με αυτό το θέμα συμφωνούν ότι η απορρόφηση της Β12 είναι πιο αποτελεσματική όταν παίρνουμε μικρές δόσεις σε τακτά χρονικά διαστήματα. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της κατανάλωσης τροφών εμπλουτισμένων με Β12 ή συμπληρωμάτων που ιδανικά περιέχουν μόνο χαμηλή δόση Β12. Στην πραγματικότητα, όταν λαμβάνουμε μια δόση Β12 μικρότερη από 5 mcg, απορροφάται περίπου το 60%, ενώ η λήψη δόσης 500 mcg και άνω έχει ως αποτέλεσμα ποσοστό απορρόφησης περίπου 1%. Φυσικά, ικανοποιητική είναι και η χρήση συμπληρωμάτων υψηλής δόσης (π.χ. 2000 mcg), καθώς παρέχει απορρόφηση 20 mcg, δηλαδή 7-10 φορές μεγαλύτερη από τη συνιστώμενη ημερήσια δόση των 2-3 mcg. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι χορτοφάγοι και οι βίγκαν θα πρέπει να ελέγχουν τακτικά τα επίπεδα Β12 τους γιατί μόνο οι δοκιμές μπορούν να επιβεβαιώσουν ότι το προϊόν που παίρνουν είναι ικανό να παρέχει τις απαιτούμενες ποσότητες Β12. Επιπλέον, επειδή ορισμένα συμπληρώματα περιέχουν φολικό οξύ, το οποίο μπορεί να καλύψει μια ανεπάρκεια Β12 (επικάλυψη), η συνιστώμενη ομάδα δοκιμών που πρέπει να διεξάγονται συχνά περιλαμβάνει Β12, φολικό οξύ, ομοκυστεΐνη και πλήρη αιματολογική εξέταση ή γενική εξέταση αίματος. Τα αυξημένα επίπεδα ομοκυστεΐνης, ακόμη και με φυσιολογικά επίπεδα Β12, υποδηλώνουν ανεπάρκεια Β12 και την ανάγκη για συμπληρώματα. Εάν όλα πάνε καλά, η επόμενη εξέταση θα δείξει ότι τα αυξημένα επίπεδα ομοκυστεΐνης έχουν επανέλθει στο φυσιολογικό. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η Β12 βρίσκεται στο κρέας, τα ψάρια, τα γαλακτοκομικά και τα αυγά. Μερικοί ερευνητές πιστεύουν ότι η Β12 βρίσκεται επίσης στα φύκια και σε ορισμένες παραδοσιακές ιαπωνικές μακροβιοτικές τροφές όπως το Tempeh και το Miso, τα οποία ζυμώνονται με βακτήρια. Το 2002, οι Watanabe et al. απέδειξε ότι τα φύκια, η σπιρουλίνα και αυτές οι μακροβιοτικές τροφές περιέχουν ελάχιστες ποσότητες Β12, αλλά σε ανενεργή μορφή, επομένως δεν μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστες πηγές της βιταμίνης. Ωστόσο, ο ίδιος ερευνητής σε μια μελέτη του 2007 δημοσίευσε ότι τα πράσινα φύκια και τα κόκκινα φύκια (Nori) περιέχουν μικρές ποσότητες ενεργού Β12, πιθανώς λόγω της δράσης ορισμένων βακτηρίων που συνυπάρχουν με αυτά τα φύκια. Αυτό το πολυσυζητημένο θέμα φαίνεται να μην έχει τέλος. Αυτό είναι αρκετά λογικό αφού γίνονται καθημερινά μελέτες σε επιστημονικά κέντρα παγκοσμίως. Η συμβουλή μου στους vegan φίλους είναι απλώς να υποβάλλονται σε περιοδικές εξετάσεις για να καθορίσουν πότε πρέπει να συμπληρώσουν τη διατροφή τους. Υστερόγραφο: Ας μην κρίνουμε άδικα τους βίγκαν Πολλές φορές δημοσιεύονται αρνητικά άρθρα για τους vegans και την ανεπάρκειά τους σε Β12. Ένα από αυτά, στο "New England Journal of Medicine", έφερε τον εντυπωσιακό τίτλο "BLINDNESS OF A VEGAN" (στην πραγματικότητα, ήταν ένα γράμμα και όχι ένα άρθρο που βασίστηκε σε έρευνα). Αυτή η επιστολή συζητούσε την περίπτωση ενός 33χρονου που ήταν vegan από την ηλικία των 13 ετών και αντιμετώπιζε προβλήματα όρασης (οπτική νευροπάθεια). Διάφορες εξετάσεις αποκάλυψαν έναν μακρύ κατάλογο ελλείψεων σε βιταμίνες A, C, D, E, B1, B12, ΦΟΛΙΚΟ ΟΞΥ και ιχνοστοιχεία όπως το σελήνιο και ο ψευδάργυρος. Όλα αυτά έδειχναν κακή διατροφή. Η ενέσιμη Β12 χορηγήθηκε για την αντιμετώπιση της αναιμίας και όχι της νευροπάθειας στα μάτια. Επειδή αυτό το άτομο είχε ανεπάρκειες όχι μόνο στη Β12 αλλά και σε πολλές άλλες βιταμίνες και μέταλλα, τα οποία μια vegan διατροφή συνήθως παρέχει σε επαρκείς ποσότητες, ήταν προφανές ότι αυτό το άτομο είχε προβλήματα απορρόφησης ή ακολουθούσε μια εξαιρετικά κακή vegan διατροφή με σημαντικές ελλείψεις (π.χ. μόνο γλυκά, επεξεργασμένα τρόφιμα ή μαγειρεμένα τρόφιμα). Αυτό τελικά επιβεβαιώθηκε. Ωστόσο, οι εφημερίδες τόνισαν απλώς ότι τα προβλήματα του ατόμου οφείλονταν στη βίγκαν διατροφή του, η οποία είναι άκρως παραπλανητική. Στην πραγματικότητα, τα περισσότερα άρθρα που δημοσιεύονται σχετικά με την ανεπάρκεια Β12, είτε σε βρέφη, παιδιά ή ενήλικες, αφορούν περιπτώσεις ατόμων με προβλήματα απορρόφησης ή μερικές φορές ατόμων που ζουν σε εξαιρετικά φτωχές συνθήκες ή υιοθετούν έναν αντισυμβατικό τρόπο ζωής. Με άλλα λόγια, τα προβλήματα υγείας αυτών των ατόμων δεν είναι αποτέλεσμα της vegan διατροφής που έχουν επιλέξει, αλλά μάλλον έχουν άλλες υποκείμενες αιτίες. Είναι γνωστό ότι οι χορτοφάγοι και οι βίγκαν είναι γενικά πιο υγιείς από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Νιώθουν καλύτερα και συμβάλλουν φιλοσοφικά στο να γίνει καλύτερος η ανθρωπότητα και ο πλανήτης. Σε κάποιο σημείο, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι μπορούμε να λάβουμε πρωτεΐνη από άλλες πηγές και να σταματήσουμε να βλάπτουμε τον πλανήτη. Δεν είναι η μοναδική μας περιουσία!». Γεράσιμος Τσιώλης, Διδάκτωρ Βιοχημείας Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, Ιταλία
Learn More
"Noble" PROTEINS AND THE MYTH OF MEAT
  • Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο:
  • Τα σχόλια του άρθρου μετράνε: 0
«Ευγενείς» ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ ΚΑΙ Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΚΡΕΑΤΟΣ
Οι πρωτεΐνες είναι μεγάλα χημικά μόρια που αποτελούνται από μακριές αλυσίδες μικρότερων μορίων που ονομάζονται αμινοξέα. Παίζουν καθοριστικό ρόλο στην οικοδόμηση και υποστήριξη της δομής του ανθρώπινου σώματος, καθώς και στην παραγωγή βιταμινών, ορμονών, διαφόρων ενζύμων και κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος. Οι πρωτεΐνες παρουσιάζουν ποικιλομορφία στη δομή τους, με τέσσερα διαφορετικά επίπεδα δομής, δηλαδή πρωτογενές, δευτερογενές, τριτογενές και τεταρτοταγές. Για να αποσαφηνιστεί ο ρόλος των πρωτεϊνών ως πηγής διατροφής για τον άνθρωπο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, για παράδειγμα, το μαγείρεμα ή το ζέσταμα των τροφίμων μπορεί να αφήσει ανεπηρέαστες τις πρωτογενείς και δευτερογενείς δομές των πρωτεϊνών, αλλά μπορεί να αλλάξει τις τριτοταγείς και τεταρτοταγείς δομές τους. Με άλλα λόγια, οι μαγειρεμένες πρωτεΐνες, συμπεριλαμβανομένων των βιταμινών, δεν έχουν την ίδια θρεπτική αξία με τις ωμές, και αυτό θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη κατά τον σχεδιασμό μιας ισορροπημένης διατροφής. Η αρχική αλληλεπίδραση των πρωτεϊνών με τα πεπτικά ένζυμα συμβαίνει στο στομάχι, χάρη στις πεψίνες, οι οποίες είναι πρωτεολυτικά ένζυμα που υπάρχουν στο γαστρικό υγρό. Στο στομάχι, ένα μείγμα υδροχλωρικού οξέος και πεψίνης επιτρέπει τη διάσπαση (διάλυση) πρωτεϊνών με μακριές αλυσίδες αμινοξέων σε μικρότερα θραύσματα γνωστά ως πολυπεπτίδια. Η πέψη συνεχίζεται στο δωδεκαδάκτυλο με την παγκρεατική θρυψίνη, ένα άλλο πρωτεολυτικό ένζυμο, το οποίο διασπά περαιτέρω τα πολυπεπτίδια σε ακόμη μικρότερα θραύσματα που ονομάζονται πεπτίδια. Αυτή η διαδικασία συνεχίζεται μέχρι να επιτευχθεί η αρχική δομή των αμινοξέων, ανεξάρτητα από το αν είναι φυτικής ή ζωικής προέλευσης. Σε αυτό το σημείο, απορροφώνται μέσω του λεπτού εντέρου και μεταφέρονται μέσω της πυλαίας φλέβας στο ήπαρ για μια αρχική εκτίμηση πριν παραδοθούν στους ιστούς που μας ενδιαφέρουν μέσω της κυκλοφορίας του αίματος. ΤΑ ΕΙΚΟΣΙ ΑΜΙΝΟΞΕΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ Η χρωματογραφία των πρωτεϊνικών εκχυλισμάτων έχει δείξει ότι τα αμινοξέα που υπάρχουν στις φυσικές πρωτεΐνες όλων των οργανισμών, φυτικών ή ζωικών, είναι συνολικά είκοσι. Με άλλα λόγια, η ζωή μιλάει μόνο μία γλώσσα, η οποία αποτελείται από χιλιάδες λέξεις (πρωτεΐνες), κατασκευασμένες από μόλις είκοσι γράμματα (αμινοξέα). Όπως σε μια γλώσσα, έχουμε μικρές και μεγάλες λέξεις, αυτά τα είκοσι αμινοξέα μπορούν να σχηματίσουν μια ποικιλία πρωτεϊνικών αλυσίδων διαφορετικού μήκους, που μπορεί να περιέχουν μερικές δεκάδες ή και εκατοντάδες από αυτά τα είκοσι αμινοξέα. Υπάρχουν πρωτεΐνες με σχεδόν πανομοιότυπες αλληλουχίες αμινοξέων που εκτελούν εντελώς διαφορετικές λειτουργίες χάρη στη διακριτική ικανότητα του κεντρικού νευρικού συστήματος, του ενδοκρινικού συστήματος και του ανοσοποιητικού συστήματος, τα οποία μπορούν να διακρίνουν ακόμη και τις παραμικρές διαφορές στις δομές τους, μέχρι την τριτογενή δομή . Ανάμεσα στα είκοσι αμινοξέα που συνθέτουν πρωτεϊνικές αλυσίδες, τα δέκα θεωρούνται μη απαραίτητα, όχι γιατί δεν είναι απαραίτητα στον οργανισμό, αλλά γιατί δεν χρειάζεται να τα λαμβάνουμε απευθείας από τη διατροφή μας. Αυτό συμβαίνει επειδή το σώμα μας μπορεί να τα συνθέσει από άλλες ουσίες. Από την άλλη πλευρά, οκτώ αμινοξέα δεν μπορούν να συντεθούν από το σώμα μας και πρέπει να αποκτηθούν μέσω της διατροφής μας. Ως εκ τούτου αναφέρονται ως απαραίτητα ή βασικά αμινοξέα. Τέλος, δύο αμινοξέα, η ιστιδίνη και η αργινίνη, είναι ημι-απαραίτητα γιατί είναι απαραίτητα στα νεογνά κατά την ανάπτυξη αλλά όχι στους ενήλικες. Πλούσιες πηγές ιστιδίνης, αργινίνης και των άλλων οκτώ βασικών αμινοξέων περιλαμβάνουν δημητριακά, όσπρια, ξηρούς καρπούς και ελαιούχους σπόρους. Δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ των αμινοξέων φυτικής ή ζωικής προέλευσης στη βιοχημεία. Για παράδειγμα, η λυσίνη που βρίσκεται στις ζωικές πρωτεΐνες είναι ακριβώς η ίδια με τη λυσίνη που βρίσκεται στις φυτικές πρωτεΐνες. Η λυσίνη είναι λυσίνη, τελεία. Αυτό το γεγονός καταρρίπτει τον μύθο ότι οι ζωικές πρωτεΐνες είναι ανώτερες από τις φυτικές πρωτεΐνες και δυσφημεί την έννοια των «ευγενών» πρωτεϊνών. Βάζει επίσης τέλος στην πλάνη ότι τα μωρά πρέπει απαραίτητα να καταναλώνουν κρέας (ζωικής προέλευσης) ή γαλακτοκομικά προϊόντα! Πράγματι, η θεωρία ότι απαιτούμε το κρέας για να αποτρέψουμε την ανεπάρκεια πρωτεΐνης είναι μια κατάφωρη και σκόπιμη ανακρίβεια. Εκατομμύρια χορτοφάγοι και vegans έχει βρεθεί ότι έχουν καλύτερη υγεία από τον γενικό πληθυσμό! Το σώμα μας είναι ουσιαστικά εργοστάσια πρωτεϊνών. Το DNA και το RNA στα κύτταρά μας κωδικοποιούν και μεταφράζουν πρωτεΐνες για την επιβίωση των οργανισμών μας. Η πηγή αυτών των πρωτεϊνών είναι εντελώς άσχετη. Θα ήθελα να ρωτήσω αν προτιμάτε πρωτεΐνες από μια μπριζόλα (με περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη περίπου 20% αλλά και υψηλή σε κορεσμένα λιπαρά, που φράζουν τις αρτηρίες μας) ή μια μερίδα οσπρίων (με περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη περίπου 23% και ελάχιστη περιεκτικότητα σε λιπαρά) ? Για παράδειγμα, το βοδινό κρέας περιέχει περίπου 20% πρωτεΐνη επειδή η αγελάδα ανέπτυξε τον μυϊκό ιστό της καταναλώνοντας φυτικές πρωτεΐνες (και, στην πραγματικότητα, όταν κάποτε τρεφόταν με ζωικές πρωτεΐνες, προσβλήθηκε από σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών ή ασθένεια των τρελών αγελάδων). Αυτό δείχνει ξεκάθαρα ότι ο φυτικός κόσμος μπορεί και μας παρέχει τις απαραίτητες πρωτεΐνες και αμινοξέα! Τα σαρκοφάγα ζώα τρέφονται με φυτοφάγα, ενώ τα ψάρια και τα θαλάσσια θηλαστικά τρέφονται με άλλα ψάρια, τα οποία με τη σειρά τους τρέφονται με φύκια και πλαγκτόν, δηλαδή θαλάσσια φυτά πλούσια σε πρωτεΐνες. Για άλλη μια φορά, επιβεβαιώνεται ότι η ζωή στον πλανήτη μας βασίζεται στα φυτά. Ας αναλογιστούμε ότι δεν είμαστε λιοντάρια ή τίγρεις (σαρκοφάγα), παρόλο που θα θέλαμε να είμαστε, και δεν είμαστε γουρούνια (παμφάγα), αν και τους μοιάζουμε όλο και περισσότερο! **Ευχαριστώ ιδιαίτερα τον Ιταλό επιστήμονα Michele Riefoli, του οποίου το έργο ενέπνευσε αυτή την προσπάθεια. Γεράσιμος Τσιώλης, Διδάκτωρ Βιοχημείας Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, Ιταλία
Learn More
The Myth of Milk
  • Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο:
  • Τα σχόλια του άρθρου μετράνε: 0
Ο μύθος του γάλακτος
Ο μύθος του αγελαδινού γάλακτος ως φυσική και υγιεινή τροφή Είναι το μητρικό γάλα η πιο πλήρης τροφή για ένα νεογέννητο; ΝΑΙ, απολύτως αλήθεια. Είναι, λοιπόν, το αγελαδινό γάλα η πιο πλήρης τροφή τόσο για παιδιά όσο και για ενήλικες; ΟΧΙ, είναι μεγάλη παρανόηση! Το αγελαδινό γάλα είναι ιδανικό για μοσχάρια, αλλά όχι για ανθρώπινα βρέφη, επειδή δεν διαθέτει τα απαραίτητα συστατικά που απαιτούνται από τα μωρά, όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα. Σημειώσεις: Το πρωτόγαλα είναι το γάλα που παράγεται 1-2 εβδομάδες μετά τον τοκετό. Το μεταβατικό γάλα αναφέρεται στο γάλα που παράγεται έως και 2 εβδομάδες μετά τον τοκετό. Το ώριμο γάλα παράγεται μετά τις πρώτες 2 εβδομάδες του τοκετού. Όπως φαίνεται στον πίνακα, σε σύγκριση με το μητρικό γάλα, το αγελαδινό γάλα περιέχει λιγότερα σάκχαρα, σημαντικά περισσότερα λιπαρά και, κυρίως, τριπλάσια ποσότητα πρωτεϊνών. Το αγελαδινό γάλα παράγεται για να θρέψει τα μοσχάρια, τα οποία πρέπει να είναι σε θέση να αναπτύξουν ταχύτατα  την απαραίτητη μυϊκή τους μάζα (περπατούν σε λίγες ώρες από τη γέννησή τους). Η φυσική ανάπτυξη ενός μοσχαριού απαιτεί ακριβώς αυτή τη διατροφική σύνθεση. Ωστόσο, τα ανθρώπινα βρέφη πρέπει να αναπτύξουν πρωτίστως το Κεντρικό Νευρικό τους Σύστημα (ΚΝΣ), το οποίο βασίζεται στα σάκχαρα. Επιπλέον, έχουν διαφορετικούς ρυθμούς φυσικής ανάπτυξης. Όσον αφορά τις πρωτεΐνες, ο πίνακας δείχνει μια σημαντική ποσοτική διαφορά. Ενώ το αγελαδινό γάλα αποτελείται από περίπου 80% καζεΐνες (ένας τύπος πρωτεΐνης), το μητρικό γάλα περιέχει μόνο περίπου το 35% των συνολικών πρωτεϊνών ως καζεΐνες. Συμπερασματικά, η ιδέα ότι το αγελαδινό γάλα είναι ισοδύναμο με το μητρικό γάλα για ανθρώπινη κατανάλωση είναι εσφαλμένη. Το ανθρώπινο γάλα προσαρμόζεται μοναδικά στις ανάγκες των ανθρώπινων βρεφών, τόσο ως προς τη διατροφική σύνθεση όσο και ως προς τις αναπτυξιακές απαιτήσεις. Το αγελαδινό γάλα, αν και είναι κατάλληλο για μόσχους, στερείται βασικών συστατικών για τα ανθρώπινα μωρά και δεν πρέπει να θεωρείται  υποκατάστατο του μητρικού γάλακτος. Ανάλυση πρωτεϊνών γάλακτος σε διάφορα ζωικά είδη % σε περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη Οι καζεΐνες πήζουν στο όξινο περιβάλλον του στομάχου, σχηματίζοντας  σύμπλοκα που είναι δύσκολο να διασπαστούν από τα πρωτεολυτικά ένζυμα ενός νεογέννητου. Πράγματι, το ανθρώπινο μητρικό γάλα περιέχει 2.7 % πρωτείνες,  όπου οι καζεΐνες σχεδόν απουσιάζουν. Στο ώριμο μητρικό γάλα, οι καζεΐνες αυξάνονται στο 35% των πρωτεϊνών, οι οποίες συλλογικά μειώνονται στο 1%. Αντίθετα, οι πρωτεΐνες ορού γάλακτος παρουσιάζουν διαφορετικές αναλογίες. Με άλλα λόγια, το μητρικό γάλα είναι εντελώς διαφορετικό από αυτό της αγελάδας, της κατσίκας, της προβατίνας,  ενώ είναι σχετικά παρόμοιο με το γάλα γαϊδούρας. Είναι απαραίτητο να σημειωθεί ότι το μητρικό γάλα, ειδικά το πρωτόγαλα αλλά και το μεταβατικό γάλα, περιέχουν ανοσοσφαιρίνες IgA, οι οποίες απουσιάζουν στο αγελαδινό γάλα. Αυτές οι ανοσοσφαιρίνες παίζουν ζωτικό ρόλο στην ενίσχυση του αδύναμου ανοσοποιητικού συστήματος του νεογέννητου, βοηθώντας στην εξουδετέρωση διαφόρων ξένων παραγόντων που θα μπορούσαν να εισέλθουν στο σώμα. Όταν ένα βρέφος τρέφεται με γάλα αγελάδας αντί για μητρικό γάλα, η ανοσοποιητική του άμυνα τίθεται σε κίνδυνο, αυξάνοντας τον κίνδυνο λοιμώξεων και αλλεργιών. Το γάλα είναι μια προιόν έκκρισης που παράγεται από τους μαστικούς αδένες των θηλυκών θηλαστικών και είναι η πρώτη θρεπτική πηγή που χορηγείται σε νεογνά οποιουδήποτε είδους. Έχει καθιερωθεί ως εξειδικευμένη τροφή για κάθε είδος. Ως εκ τούτου, ο όρος «γάλα» γενικά δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναλλακτικά και αδιακρίτως, εκτός εάν κάποιος επιδιώκει να δημιουργήσει σύγχυση στο μυαλό των ανθρώπων. Οι «γλωσσολόγοι» του μάρκετινγκ έπεισαν τον κόσμο ότι το αγελαδινό γάλα είναι η γενική αναπαράσταση του γάλακτος και θεωρείται το πιο πλήρες διατροφικό μέσο που έχει ο άνθρωπος. Ωστόσο, αυτό απέχει πολύ από την αλήθεια. Γνωρίζοντας λοιπόν ότι οι αγελάδες παράγουν γάλα για μοσχαράκια και όχι για ανθρώπους, θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί: «Τι μπορεί να κάνει μια μητέρα όταν δεν έχει αρκετό γάλα για να ταΐσει το μωρό της;». Πριν δώσουμε μια συγκεκριμένη απάντηση σε αυτό το ερώτημα, είναι απαραίτητο να αναφέρουμε ότι τα νεογνά δεν ανέχονται το αγελαδινό γάλα κατά τη διάρκεια του θηλασμού ή κατά τον απογαλακτισμό λόγω της απουσίας λακτάσης, ενός ενζύμου που είναι υπεύθυνο για το μεταβολισμό της λακτόζης, στα συστήματά τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι περίπου το 50% των ανθρώπων έχουν δυσανεξία στη λακτόζη και το γνωρίζουν. Επιπλέον, ένα σημαντικό μέρος του υπόλοιπου 50% πάσχει επίσης από δυσανεξία στη λακτόζη αλλά το αγνοεί. Τα μωρά που τρέφονται με γαλακτοκομικά και διάφορα ομογενοποιημένα προϊόντα με βάση το αγελαδινό γάλα, συχνά υποφέρουν από αλλεργίες, δυσανεξίες, πεπτικά, δερματικά και αναπνευστικά προβλήματα, άγχος, αϋπνία, άσθμα, φαρυγγίτιδα, αμυγδαλίτιδα, γαστρο-οισοφαγική παλινδρόμηση και είναι επιρρεπή σε συχνές ασθένειες. διότι έχουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα. Αυτά τα νεογνά, αντί να τρέφονται με τρόπο πιο ισορροπημένο με την ανθρώπινη φύση τους, λόγω του αγελαδινού γάλακτος που τρώνε θα έλθουν αντιμέτωπα με τη χορήγηση φαρμακευτικών προϊόντων. Σε λίγα χρόνια μπορεί να διαγνωστούν με ΔΕΠΥ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας), και άλλες σοβαρές νόσους.  Τίτλος: "Ανεπάρκεια γάλακτος, μύθοι και πραγματικότητα" Η ανεπαρκής παραγωγή μητρικού γάλακτος θεωρείται ότι υπάρχει κυρίως σε γυναίκες που ζουν σε βιομηχανικές χώρες και στις κοινωνικά «προνομιούχες» ομάδες εντός των αστικών κέντρων. Φαίνεται ότι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, αυτό το φαινόμενο αποδίδεται στην έλλειψη πληροφοριών σχετικά με τους μηχανισμούς παραγωγής μητρικού γάλακτος, στην έλλειψη εμπιστοσύνης στην ικανότητα της γυναίκας να θηλάσει και στην ανεπαρκή ψυχολογική υποστήριξη για την αντιμετώπιση πιθανών δυσκολιών. Στο έργο με τίτλο "L' alimentation infantile, bases physiologiques", μαθαίνουμε ότι στις παραδοσιακές κοινωνίες, οι γυναίκες που ζουν σε επισφαλείς συνθήκες υγιεινής, με κακή διατροφή, συχνά βιώνουν ασθένειες, ασχολούνται με εξαντλητική εργασία και έχουν τα υψηλότερα ποσοστά χαμηλού βάρους γέννησης. μωρά. Ωστόσο, όλες έχουν επαρκή παραγωγή μητρικού γάλακτος. Για παράδειγμα, μια μελέτη που διεξήχθη από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) διαπίστωσε ότι σε ένα δείγμα 3.898 μητέρων από τη Νιγηρία και το Ζαΐρ, καμία δεν ήταν ανίκανη να παράγει γάλα. Επιπλέον, είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη ότι η γέννηση σε ένα όσο το δυνατόν φυσικό περιβάλλον μπορεί αναμφίβολα να συμβάλει στον επιτυχή θηλασμό και στην ανάπτυξη του βρέφους. Σε μια σημαντική αλλά σχετικά άγνωστη μελέτη ("Widstrom, AM, Ransjo-Arvidson, ab et al., 'Gastric suction in υγιή νεογέννητα βρέφη"), αντί να διαχωρίζονται τα νεογνά από τις μητέρες τους αμέσως μετά την αποκοπή του ομφάλιου λώρου, αφέθηκαν στο κοιλιά της μητέρας. Μετά από περίπου 20 λεπτά, οι ερευνητές παρατήρησαν την έναρξη μιας σειράς κινήσεων σε όλες τις περιπτώσεις. Αρχικά, το μωρό κινεί τα χείλη του, παράγει σάλιο και αρχίζει μια αργή ανοδική κίνηση προς το στήθος της μητέρας. Με οδηγό το ένστικτο και το άρωμα του άπλυτου δέρματος, το μωρό αναγνωρίζει το μονοπάτι. Παρά το βαρύ κεφάλι και τα λίγα τσιμπήματα στην κοιλιά της μητέρας, το βρέφος επιμένει. Όταν κουράζεται, σταματάει για λίγο και μετά συνεχίζει. Μετά από περίπου 10 λεπτά, φτάνει στον προορισμό του. Βρίσκει μια θηλή, τη γυρίζει και αρχίζει να θηλάζει. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι το νεογέννητο εκτελεί όλες αυτές τις ενέργειες  μέσα στα πρώτα 20-30 λεπτά μετά τη γέννησή του, όταν αφεθεί σε ειρήνη με τη μητέρα του. Εάν το βρέφος θηλάσει μέσα στα πρώτα 30 λεπτά από τη γέννηση, απελευθερώνεται ωκυτοκίνη στο σώμα της μητέρας. Αυτή η ορμόνη είναι απαραίτητη για την έναρξη έντονων συσπάσεων της μήτρας, που δίνουν τέλος στην αιμορραγία και τον πόνο μετά τον τοκετό. Η ένεση ωκυτοκίνης μέσω σύριγγας δεν παράγει το ίδιο αποτέλεσμα επειδή το φάρμακο δεν διασχίζει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και δεν φτάνει στον εγκέφαλο. Επιπλέον, αυτός ο πρώτος θηλασμός διεγείρει την παραγωγή προλακτίνης, της ορμόνης που προωθεί την παραγωγή γάλακτος. Ο θηλασμός από το στήθος της μητέρας ενεργοποιεί επίσης μηχανισμούς που διευκολύνουν την επιστροφή της μήτρας στην αρχική της θέση, ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνο μελλοντικών παθολογικών καταστάσεων όπως τα ινομυώματα και ο καρκίνος της μήτρας. Ο θηλασμός είναι μια μοναδική εμπειρία, όχι μόνο βιολογικά αλλά και συναισθηματικά, που αντιπροσωπεύει την αμοιβαία αγάπη και αποδοχή μεταξύ μητέρας και παιδιού — μια απαράμιλλη ανταλλαγή ενέργειας. Οι μητέρες που υφίστανται αυτή την εμπειρία δεν υποφέρουν από συμπτώματα επιλόχειας κατάθλιψης επειδή νιώθουν υποστήριξη από το νεογέννητο τους, δημιουργώντας μια πραγματικά μοναδική σχέση. Τέλος, η συντριπτική πλειοψηφία των ατόμων που πάσχουν από σοβαρές διατροφικές διαταραχές όπως ανορεξία, βουλιμία ή παχυσαρκία έχει αποδειχθεί ότι δεν θήλασαν ως βρέφη ή ότι θήλασαν για πολύ μικρή διάρκεια (λιγότερο από τρεις μήνες). Η έλλειψη μητρικού γάλακτος στις μητέρες μπορεί να οφείλεται σε διάφορες παθολογίες που πρέπει να εξεταστούν, αν και ευτυχώς είναι αρκετά σπάνιες. Αυτά περιλαμβάνουν τον υποθυρεοειδισμό, τον κατακρατημένο πλακούντα, το σύνδρομο Sheehan και άλλα που μπορούν να ανιχνευθούν πριν από την εγκυμοσύνη, και γι αυτό απαιτείται ένας ολοκληρωμένος προγεννητικός  έλεγχος πριν από τη σύλληψη. Συμβουλεύουμε τις μέλλουσες μητέρες να αναζητούν πληροφορίες από οργανισμούς όπως η Lega del Latte στην Ιταλία και παρόμοια προγράμματα παγκοσμίως, καθώς και να παρακολουθούν σχολές μαιευτικής, για να προετοιμαστούν για την πιθανότητα ανεπαρκούς παραγωγής μητρικού γάλακτος. Εδώ, παρέχουμε μια λίστα λύσεων. Η πρώτη λύση περιλαμβάνει την αναζήτηση βοήθειας από μια νοσοκόμα, καθώς υπάρχουν γυναίκες που παράγουν πολύ περισσότερο γάλα από αυτό που απαιτούν τα βρέφη τους. Αυτές οι γυναίκες πρέπει να βγάλουν την περίσσεια γάλακτος για να αποφύγουν δυσφορία και επιπλοκές. Είναι απαραίτητο να ξεπεραστεί κάθε δισταγμός σχετικά με το να λάβει το μωρό γάλα από άλλη γυναίκα, καθώς η πιο «ξένη» ουσία για ένα παιδί είναι το αγελαδινό γάλα. Η δεύτερη λύση είναι η έννοια της «Τράπεζας Γάλακτος», που υπάρχει σε πολλές χώρες. Αυτές οι τράπεζες συλλέγουν το πλεόνασμα γάλακτος από μητέρες με υπερπαραγωγή, το επεξεργάζονται τεχνολογικά για να εξασφαλίσουν την ασφάλεια και τα απαραίτητα συστατικά για τα πρόωρα βρέφη και το παρέχουν συνήθως στα μαιευτήρια για τις ανάγκες των πρόωρων βρεφών. Η τρίτη λύση αφορά το «ειδικό γάλα για βρέφη», το οποίο χωρίζεται σε δύο κατηγορίες: ζωικής προέλευσης και φυτικής προέλευσης. Το πρώτο περιλαμβάνει επεξεργασμένο αγελαδινό γάλα για να γίνει όσο το δυνατόν παρόμοιο με το μητρικό γάλα, μειώνοντας την περιεκτικότητα σε καζεΐνη και λιπίδια, ενώ προσθέτουμε ουσίες όπως η καρνιτίνη και η ινοσιτόλη που θεωρούνται απαραίτητες για τους πρώτους 3-4 μήνες. Το φυτικό γάλα είναι πάντα έτοιμο να μιμείται στενά το μητρικό γάλα, με πρωτεΐνες σόγιας (όχι γενετικά τροποποιημένες), φυτικά πολυακόρεστα έλαια, μαλτοδεξτρίνες, αμινοξέα, βιταμίνες και μέταλλα. Αυτό το είδος γάλακτος δεν περιέχει λακτόζη ή καζεΐνη και είναι χρήσιμο για μωρά των οποίων οι μητέρες δεν έχουν γάλα ή εκείνα με δυσανεξία στις πρωτεΐνες του αγελαδινού γάλακτος και στη λακτόζη. Μεταξύ των θηλαστικών, όπως είδαμε στον δεύτερο πίνακα αυτού του άρθρου, το γάλα της γαιδούρας είναι το πιο κοντινό στο μητρικό γάλα. Αν και αυτό το γάλα είναι σημαντικά καλύτερο από το αγελαδινό, σπάνια θεωρείται σοβαρή επιλογή λόγω της σχετικής σπανιότητας και του κόστους του. Ωστόσο, θα μπορούσε να είναι μια καλή λύση. Από τη στιγμή που ένα παιδί σταματά να θηλάζει και αρχίζει να καταναλώνει στερεές τροφές, δεν υπάρχει πλέον ανάγκη για γάλα. Αυτό είναι ένα φυσικό φαινόμενο σε όλα τα θηλαστικά του κόσμου. Οι ενήλικες που ισχυρίζονται ότι πίνουν τουλάχιστον ένα λίτρο γάλα καθημερινά με την πεποίθηση ότι ωφελεί σημαντικά την υγεία τους διαιωνίζουν έναν κολοσσιαίο μύθο που διαδίδεται από τη βιομηχανία γάλακτος. Αυτή η βιομηχανία κρύβει το γεγονός ότι μια μόνο αγελάδα μπορεί να παράγει περίπου 10-15 λίτρα γάλακτος καθημερινά όταν τρέφεται σωστά, ενώ μια αγελάδα "βιομηχανοποιημένη" παράγει 100 και πλέον λίτρα. Σας φαίνεται φυσιολογικό;  Οι μαστοί αυτών των αγελάδων είναι ογκώδεις και συχνά αγγίζουν το έδαφος, έρχονται σε επαφή με χώμα γεμάτο βακτήρια και μύκητες. Να γιατί πολλές φορές ανιχνεύονται στο γάλα 40 και πλέον αντιβιοτικά και  10-15 αντιμυκητιασικά, παράγοντες που δεν συνάδουν με την υγεία μας. Είναι συναρπαστικό να κατανοήσουμε πώς έχει εξελιχθεί αυτός ο μύθος για το γάλα. Αν και είναι αλήθεια ότι σε ακραίες καταστάσεις όπου οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν  εξαιρετικά σκληρές συνθήκες διαβίωσης, η εύρεση οποιασδήποτε τροφής, συμπεριλαμβανομένου του γάλακτος, μπορεί να είναι σωτήρια, Όταν όμως έχουμε πρόσβαση σε φυσικούς πόρους, δεν υπάρχει λόγος να εισάγουμε κάτι στο σώμα μας που μας οδηγεί αναπόφευκτα σε σοβαρούς κινδύνους για την υγεία. Η σωστή διατροφή είναι το θεμέλιο της καλής υγείας και το γάλα σίγουρα δεν αποτελεί μέρος της! Γεράσιμος Τσιώλης, Διδάκτωρ Βιοχημείας Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, Ιταλία
Learn More